ΚΑΣΜΙΡ – ΜΙΑ ΙΣΛΑΜΙΚΗ “ΠΥΡΙΤΙΔΑΠΟΘΗΚΗ”
Οι ινδικές δυνάμεις ασφαλείας σκότωσαν τον Σαϊφουλάχ Μιρ, τον επικεφαλής των επιχειρήσεων της Χιζμπ-ουλ-(Χιζμπούλ) Μουτζαχεντίν – «Κόμμα των Ιερών Πολεμιστών», της μεγαλύτερης ομάδα ανταρτών στο διοικούμενο από την Ινδία Κασμίρ, όπως ανέφερε το Αλ Τζαζίρα την 1η Νοεμβρίου.
Γιατί το εν λόγω γεγονός έχει ιδιαίτερη σημασία : Η Ινδία εργάζεται συστηματικά ώστε να περιορίσει την ένοπλη δραστηριότητα στην περιοχή, καθώς προσπαθεί να ενσωματώσει το Κασμίρ στη χώρα. Ωστόσο ο θάνατος του Μιρ θα αυξήσει τις υφιστάμενες εντάσεις και τα αντι-Ινδικά συναισθήματα στην συντριπτική πλειοψηφία των Μουσουλμάνων της περιοχής, πυροδοτώντας βίαιες επιθέσεις από ανταρτές και μαχητικές ομάδες του Κασμίρ. Ενδέχεται επίσης να οδηγήσει σε πρόσθετες διαμαρτυρίες και σε αυξημένη υποστήριξη για το κίνημα της ελευθερίας του Κασμίρ.
Ιστορικό: Προσφάτως, στις 28 Οκτωβρίου, η Ινδία θέσπισε και τροποποίησε μιαν ευρεία σειρά νόμων για να επιτρέψει σε οποιονδήποτε από τους υπηκόους της να αγοράζει γη στο επίμαχο έδαφος του Κασμίρ που διοικείται από το Νέο Δελχί. Αυτό ακολούθησε την αμφιλεγόμενη κίνηση του Νέου Δελχί, τον Αύγουστο του 2019, να ανακαλέσει το άρθρο 370 του Ινδικού Συντάγματος, το οποίο κατοχύρωνε την αυτονομία της μουσουλμανικής πλειοψηφίας στο Κασμίρ.
Μια ακατάπαυστη εξεγερτική διένεξη
Η πλειονότητα των επιθέσεων που εκδηλώθηκαν στο ελεγχόμενο από την Ινδία Κασμίρ από τον προηγούμενο Φεβρουάριο ενέπλεκε τις τρεις πιο ενεργές μαχητικές ομάδες εκεί : Τζαΐς – ε – Μοχάμεντ («Στρατός του Μωάμεθ»), Λασκάρ -ε- Ταϊμπά («Στράτευμα των Δικαίων») και την προαναφερθείσα Χιζμπούλ Μουτζαχεντίν («Κόμμα των Ιερών Πολεμιστών»), των οποίων η ηγεσία έχει την βάση της το Πακιστάν. Σε μεγάλο βαθμό στις εμπλοκές τους με τις ινδικές δυνάμεις ασφαλείας έχουν χρησιμοποιήσει πυροβόλα όπλα στρατιωτικού τύπου. Αυτό δείχνει ότι ένα όχημα – βόμβα που χρησιμοποιήθηκε σε επίθεση αυτοκτονίας του προηγουμένου Φεβρουαρίου, (πρώτο περιστατικό αυτού του είδους στην περιοχή από το 2005), δεν σημασιοδοτεί κάποια μετατόπιση στην τακτική των Κασμιριανών μαχητών.
Ενώ οι αεροπορικές επιδρομές του Φεβρουαρίου φαινομενικά στόχευαν να αμβλύνουν αυτό που ισχυρίζεται η Ινδία, (ότι δηλαδή υπάρχει πακιστανική υποστήριξη σε διασυνοριακές μαχητικές επιθέσεις στο Κασμίρ), τέτοιες επιθέσεις έχουν συνεχιστεί. 54 «περιστατικά ασφαλείας» στο ελεγχόμενο από την Ινδία Κασμίρ ένα μήνα μετά τις επιθέσεις είχαν ως αποτέλεσμα 72 θανάτους, σε μεγάλο βαθμό ανάλογες με τους 68 θανάτους στον προηγούμενο «κύκλο επιθέσεων» τον Μάρτιο του 2018. Από τότε δεν έχει σημειωθεί δραματική αύξηση στις μαχητικές επιθέσεις, αλλά μάλλον μια ύφεσή τους. Συνολικά τα θύματα τον Σεπτέμβριο, τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο του 2019 ήσαν 86, υπήρξε δηλαδή σημαντική μείωση από τα 308 θύματα κατά την ίδια περίοδο το 2018. Στο τρέχον έτος το δρώμενο είναι σε εξέλιξη.
Φυσικά, αυτό θα μπορούσε να είναι αποτέλεσμα της αυξημένης παρουσίας δυνάμεων ασφάλειας στην κεντρικά διαχειριζόμενη περιοχή, το νέο νομικό καθεστώς της οποίας εκχωρεί στην κεντρική ινδική κυβέρνηση μεγαλύτερο έλεγχο επί των τοπικών επιχειρήσεων ασφαλείας. Ωστόσο, η συνέχιση των επιθέσεων στο ελεγχόμενο από την Ινδία Κασμίρ υποδηλώνει ότι οι ινδικές παρεμβάσεις στο έδαφός του ενδέχεται να μην έχουν αποτρέψει οριστικά το Πακιστάν. Θα μπορούσε επίσης να υποδηλώνει ότι ένα σημαντικό ποσοστό ανταρτών δεν προέρχονται από το Πακιστάν, αλλά στην πραγματικότητα είναι αυτονομημένοι και εγκατεστημένοι εντόπιοι. Ενώ το Πακιστάν θα μπορούσε να βοηθήσει τους μαχητές που εδρεύουν στο Τζαμού και το Κασμίρ, θα είχε δυσχέρεια να εξασκήσει τον ίδιο έλεγχο επί μιας εξέγερσης εδρεύουσας επιτόπια με τον έλεγχο εκείνης που λειτουργεί από το έδαφός του – χαρακτηριστικό που θα μπορούσε να προκαλέσει προβλήματα, καθώς η Ινδία θα συνεχίσει να κατηγορεί το Πακιστάν και για μελλοντικές επιθέσεις, των οποίων εκείνο δεν έχει τον έλεγχο.
Ινδία εναντίον Πακιστάν, μία αντίθεση με παγκόσμια αντανάκλαση
Το Κασμίρ βρίσκεται στο επίκεντρο της αντιπαλότητας της Ινδίας και του Πακιστάν εδώ και δεκαετίες. Κάθε χώρα κυβερνά εν μέρει το ιδιότυπο κρατίδιο, αλλά συνάμα κάθε χώρα το διεκδικεί πλήρως. Μετά την ανεξαρτησία και των δύο χωρών από το Ηνωμένο Βασίλειο το 1947, ο τότε Ινδουιστής ηγέτης του Κασμίρ εντάχθηκε τελικά στην Ινδία με αντάλλαγμα την στρατιωτική προστασία της ενάντια σε μια εγχώρια εξέγερση υποστηριζόμενη από το Πακιστάν με στόχο την απόκτηση του ελέγχου επί του κράτους. Αυτό που ξεκίνησε ως μία «αντιπαράθεση δι αντιπροσώπων» σύντομα μετατράπηκε στον πρώτο από τους τρεις πολέμους Ινδίας – Πακιστάν για το Κασμίρ. Σήμερα, το Πακιστάν διαχειρίζεται δύο περιφέρειες (Αζαντ Κασμίρ και Γκιλγκίτ – Μπαλτιστάν), η Ινδία τρεις (Τζαμού, Λαντάχ και Κασμίρ), ενώ η Κίνα δύο (Ακσάϊ Τσιν και Ζώνη πέραν του Καρακορoύμ). Το Πακιστάν διεκδίκησε το Κασμίρ με το αιτιολογικό ότι ο κατά πλειοψηφία μουσουλμανικός πληθυσμός του διακιολογούσε την ένταξή του στο Πακιστάν, νέα πατρίδα των Μουσουλμάνων της Βρετανικής Ινδίας. Ωστόσο η Ινδία υποστήριξε ότι ήδη υπήρχε μια περιφέρεια με μουσουλμανική πλειοψηφία, αφομοιωμένη στο λειτουργικό κοσμικό – άθρησκο πλαίσιο της νέας Ινδίας, το οποίο δεν επέβαλε καμία επίσημη κρατική θρησκεία, παρά την ινδουιστική πλειοψηφία της χώρας. Βεβαίως υπάρχει και η ευρύτερη στρατηγική πτυχή της σύγκρουσης των δύο χωρών για το Κασμίρ, καθώς η περιοχή που συνορεύει με την Κίνα, το πακιστανικό Κασμίρ και το Πεντζάμπ, παρέχει στις Ινδικές Ένοπλες Δυνάμεις ένα κρίσιμο εφαλτήριο επιχειρησιακής εκκίνησης σε οποιαδήποτε πιθανή σύγκρουση εναντίον της Κίνας ή του Πακιστάν, (τους δύο πιο σοβαρούς δυνητικούς αντιπάλους της Ινδίας). Ταυτόχρονα, το Κασμίρ ενέχει επίσης πρόσθετη σημασία για το Πακιστάν, καθώς οι βασικές πλωτές οδοί της χώρας διέρχονται από το Κασμίρ.
Από το 1989, το Κράτος γνώρισε μιαν εξέγερση που υποστηρίζεται σιωπηρά από το Πακιστάν το οποίο επιδιώκει να διαχωρίσει το Κασμίρ από την ινδική ένωση. Τον Φεβρουάριο του 2019, ένας μαχητής που ανήκε στο Τζαΐς – ε – Μοχάμεντ («Στρατός του Μωάμεθ»), μιαν εδρεύουσα στο Πακιστάν ομάδα, επέπεσε με ένα φορτηγό γεμάτο εκρηκτικά σε μιαν ινδική περίπολο σκοτώνοντας 44 άνδρες. Αυτή η επίθεση εξώθησε την Ινδία να ανταποκριθεί εναντίον του Πακιστάν στέλνοντας πολεμικά αεροσκάφη για να πλήξει ένα στρατόπεδο εκπαίδευσης μουσουλμάνων μαχητών στο πακιστανικό έδαφος. Αυτή η δράση επισφράγισε μιαν αλλαγή στη στρατιωτική στρατηγική της Ινδίας η οποία περιλαμβάνει πλέον βαθύτερες επιθέσεις στο έδαφος του Πακιστάν, για την εκμετάλλευση των κενών της πακιστανικής αεράμυνας όσο και για την αύξηση του επιχειρησιακού κόστους για το Ισλαμαμπάντ, με σκοπό την αποτροπή μελλοντικών πακιστανικών διασυνοριακών επιθέσεων. Το Πακιστάν απάντησε την επόμενη ημέρα με δικές του αεροπορικές επιθέσεις. Η απελευθέρωση ενός συλληφθέντος Ινδού πιλότου από τον πρωθυπουργό του Πακιστάν Ιμράν Καν, προσέφερε σε αμφότερες τις χώρες μία διέξοδο από την κορύφωση της κρίσης, αλλά το κυβερνών «Κόμμα του Ινδικού Λαού» (Μπαρατίγια Τζανάτα) χρησιμοποίησε το περιστατικό για να δώσει μείζονα προτεραιότητα στην εθνική ασφάλεια ενόψει των γενικών εκλογών που διενεργήθηκαν νικηφόρα γι’ αυτό τον Απρίλιο του 2019. Ο Καν (ο οποίος προεδρεύει ως πρωθυπουργός στις συνεδριάσεις του πακιστανικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας), χαρακτήρισε τις αποφάσεις της ινδικής κυβέρνησης του Ναρέντρα Μόντι για το Κασμίρ «παράνομες», δηλαδή προέβη σε μια συμβολική καταδικαστική χειρονομία εστιασμένη στην πάγια απόρριψη της στάση της Ινδίας.
Η προσπάθεια της ινδικής κυβέρνησης να φέρει το Κασμίρ εγγύτερα στον πυρήνα του κράτους εντάσσεται τελικά στο ευρύτερο έργο της για την ενίσχυση της πολιτικής και οικονομικής ενότητας της Ινδίας, (μιας χώρας 1,3 δισεκατομμυρίων ανθρώπων) της οποίας η τεράστια εθνοτική, γλωσσική, πολιτιστική και δημογραφική ποικιλομορφία έχει ως αποτέλεσμα τα κρατίδιά της να ομοιάζουν με ανεξάρτητες χώρες. Παρ’ όλα αυτά, διάφορες δυνητικές νομικές προκλήσεις, που ενδεχομένως αφορούν στο Ανώτατο Δικαστήριο, θα μπορούσαν να παρεμποδίσουν τις κυβερνητικές προσπάθειες στο Κασμίρ, ενώ οι πολιτικοί της αντιπολίτευσης θα συνεχίσουν να εκμεταλλεύονται την ευκαιρία τιμωρίας της κυβέρνησης για την τροποποίηση του συντάγματος δίχως ενθάρρυνση πράγματι δημοκρατικής συζήτησης.
Διάφοροι ρυθμιστικοί παράγοντες είναι πιθανό να παίζουν κομβικό ρόλο στο πολυσύνθετο και πολυεπίπεδο εθνικοθρησκευτικό ζήτημα του Κασμίρ, συμπεριλαμβανομένων πιθανών κινήσεων στρατευμάτων και νέων παραβιάσεων της «διαρκούς» (αλλά και διάτρητης) κατάπαυσης του πυρός μεταξύ του ινδικού και του πακιστανικού στρατού κατά μήκος της «γραμμής ελέγχου», (de facto σύνορα που χωρίζουν την περιοχή). Οι μεγάλες δυνάμεις, μπορεί επίσης να ενδιαφέρονται για το θέμα : Ο Πρόεδρος Τραμπ έχει ήδη προσφέρει δύο φορές τη διαμεσολάβησή του για το Κασμίρ (αν και η Ινδία πιθανότατα θα συνεχίζει να απορρίπτει κάθε τέτοια πρόταση, καθώς ορίζει ρητά το Κασμίρ ως «αυστηρά διμερή διαμάχη»), ενώ η Κίνα θα μπορούσε επίσης να εμπλακεί δεδομένου ότι είναι ο ισχυρότερος σύμμαχος του Πακιστάν, αλλά συνάμα και μια χώρα που θέλει να διατηρήσει ήρεμες σχέσεις με την Ινδία. Αυτό όμως που προκαλεί την μεγαλύτερη ανησυχία, είναι το ζήτημα του πώς θα ανταποκριθούν στο δρώμενο οι μαχητές του Κασμίρ. Εάν το Νέο Δελχί βιώσει μιαν άλλη επίθεση για την οποία θα κατηγορήσει τους διασυνοριακούς μαχητές (έχοντας πρόσφατα πάλι κατηγορήσει το Ισλαμαμπάντ ότι διέκοψε συνειδητά την ειρήνη θέτοντας νάρκες για να πλήξει Ινδουιστές προσκυνητές) μπορεί να εκδηλώσει μιαν ισχυρότερη αντίδραση εναντίον του Πακιστάν.
Αυτό, προφανώς, θα φέρει τους (οπλισμένους με πυρηνικά) αντιπάλους της ινδικής υποηπείρου εγγύτερα σε μια κλιμακούμενη και γενικευμένη σφοδρή σύγκρουση, που μπορεί να επεκταθεί επικίνδυνα, πολύ πιο πέρα από το αμφισβητούμενο Κασμίρ.
Α. Κωνσταντίνου