ΤΑ ΠΑΡΕΛΚΟΜΕΝΑ ΜΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Οι προσπάθειες της Τουρκίας να αντιστρέψει μια μακροπρόθεσμη υποτίμηση του νομίσματός της και να μετριάσει την ταχέως αναδυόμενη χρηματοπιστωτική κρίση αντιμετώπισαν μια κρίσιμη δοκιμασία στις 19 Νοεμβρίου, όταν η «Επιτροπή Νομισματικής Πολιτικής» της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας απεφάσισε πως θα αντιστρέψει την πορεία της οικονομίας και θα αυξήσει (μάλλον δραματικά) τα επιτόκια.

Η Τουρκία αντιμετωπίζει μιαν εμμένουσα κρίσιμη οικονομική επιλογή. Θα μπορούσε να συνεχίσει την τρέχουσα πορεία της, ενισχύοντας τεχνητά την ανάπτυξη που κινδυνεύει να εντείνει την πίεση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και το νόμισμα, ίσως δε να προκαλέσει κρίση στο ισοζύγιο πληρωμών, με συνακόλουθο ένα καταρρέον τραπεζικό σύστημα και μία πιθανή χρεοκοπία. 

Ή θα μπορούσε να δεχτεί τον βραχυπρόθεσμο «πόνο» μιας ανανεωμένης ύφεσης, που προκλήθηκε από την αυστηρή νομισματική και δημοσιονομική πολιτική μετά την αύξηση των επιτοκίων και τη μείωση των φορολογικών και πιστωτικών κινήτρων. Η δεύτερη επιλογή, ευλόγως προσβάλλει εύστοχα τον υψηλό πληθωρισμό, συμπιέζει όμως τις εισαγωγές και μάλλον θέτει τις βάσεις για την επιστροφή στη βιώσιμη ανάπτυξη. Μια απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας στις 19 Νοεμβρίου έριξε φως σε ποια πορεία επιλέγει η Τουρκία.

Η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας απεφάσισε πολύ μεγάλη αύξηση στα επιτόκια από 10,25% στο 15%, γεγονός που αναμένεται να ανακουφίσει εν πολλοίς τις αγορές και επίσης να οδηγήσει στην αποσυμπίεση της τουρκικής λίρας. 

Ο νέος κεντρικός τραπεζίτης που διόρισε πριν από δύο εβδομάδες ο «Σουλτάν» Ερντογκάν, προέβη σε μία κίνηση την οποίαν ουδείς αντίστοιχος διοικητής δεν τολμούσε στο προηγούμενο διάστημα, λόγω της σθεναράς και εμμονικής αντιδράσεως του Τούρκου προέδρου, ο οποίος την θεωρεί ως κίνηση που τροφοδοτεί τις πληθωριστικές τάσεις.

Συμφώνως προς το …. νέο-οθωμανικό τουρκικό παρασκήνιο, ο νέος διοικητής Νατζί Αγμπάλ φέρεται να έλαβε την άδεια του Τούρκου … σουλτανοπροέδρου, ώστε να αυξήσει κατά πολύ το επιτόκιο. Ωστόσον, η πρακτική της λήψεως σιωπηράς «αδείας» από τον Τούρκο πρόεδρο αναμένεται και πάλι να επιδράσει αρνητικώς στην κλονισμένη φήμη της κεντρικής τραπέζης αλλά και στους επενδυτές, τους οποίους ο …. «προσηνής» Ερντογκάν εξήγγειλε πως θέλει να προσεγγίσει. 

Η ηγεσία της Τουρκίας, συμπεριλαμβανομένου του Ερντογκάν, έχει αυξήσει τις προσδοκίες των επενδυτών μέσω πρόσφατων δηλώσεων και ανασχηματισμού του τραπεζοοικονομικού προσωπικού. Η μη επιτυχής ικανοποίηση αυτών των προσδοκιών θα μπορούσε να βυθίσει την Τουρκία σε ένα «ληξιπρόθεσμο» νόμισμα, σε καταρρέον ισοζύγιο πληρωμών και σε προϊούσα τραπεζική κρίση. 

Η πρόσφατη αναταραχή και αναδιάταξη στους κύκλους των επικεφαλής οικονομικών συμβούλων του Ερντογκάν (στις 7-9 Νοεμβρίου), καθώς και διάφορες δηλώσεις που έγιναν κατόπιν, οδήγησαν «σκηνοθετικά» την τουρκική λίρα να ανακάμψει, κερδίζοντας περίπου το 10% της αξίας της έναντι του δολαρίου.

• Ο νέος κυβερνήτης της Κεντρικής Τραπέζης Νατσί Αγκμπάλ δεσμεύθηκε να αποκαταστήσει την διαφάνεια και την προβλεψιμότητα στη νομισματική πολιτική. 

• Ο Ερντογκάν εδήλωσε στις 11 Νοεμβρίου ότι θα ξεκινήσει μια περίοδο οικονομικής και νομικής μεταρρυθμίσεως, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής «πολιτικών πικρών χαπιών εάν χρειασθεί», ώστε να επαναφέρει την οικονομία σε καλό δρόμο. 

• Στην συνέχεια, σε τηλεοπτική ομιλία στις 13 Νοεμβρίου είπε ότι, η μείωση του πληθωρισμού σε μονοψήφιο αριθμό είναι η πρώτη προτεραιότητα της κυβερνήσεώς του. 

• Ο νεοδιορισμένος υπουργός Οικονομικών Λουτφί Ελβάν εδήλωσε στις 17 Νοεμβρίου ότι : «…. η αναπτυξιακή διαδικασία της Τουρκίας θα σχεδιαστεί και θα ελεγχθεί με τρόπο που δεν θα έρχεται σε αντίθεση με τον αγώνα μας για μακροοικονομική σταθερότητα και ενάντια στον πληθωρισμό». 

Οι αγορές ανέμεναν γενικώς από την Κεντρική Τράπεζα να αυξήσει το εβδομαδιαίο επιτόκιο αναχρηματοδότησης, το επιτόκιο βασικής πολιτικής, (τουλάχιστον 475 μονάδες βάσεως, σε 15% από 10,25% σήμερα). 

Αυτό θα ήταν συνεπές με τον πληθωρισμό περίπου του 12%, καθιστώντας τα επιτόκια θετικά κατά περίπου τρεις εκατοστιαίες μονάδες. Ωστόσο, αυτό δεν αντιστοιχεί σε «ασφάλιστρο κινδύνου χώρας» τουλάχιστον τεσσάρων εκατοστιαίων μονάδων, όπως φαίνεται από το τρέχον κόστος των πενταετών συμβάσεων ανταλλαγής πιστωτικών χρεογράφων και από την τρέχουσα επέκταση της αποδόσεως των τουρκικών ευρωομολόγων σε 10ετή χρεόγραφα ΗΠΑ άνω του 5,8%.

Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν εικασίες ότι η Κεντρική Τράπεζα μπορεί να προσπαθεί έτσι να ξεφύγει με μια πολύ μικρότερη αύξηση μονάδας βάσεως, ενόψει της απότομης επιβράδυνσης της εγχώριας πιστωτικής αύξησης (η οποία διεμορφώθη στο 40,4% μεταξύ Ιουνίου-Σεπτεμβρίου 2019, αλλά μόνον στο 2,1% τον Σεπτέμβριο). 

Δεν είναι σαφές εάν οι αγορές θα αντιληφθούν την τουρκική κίνηση ως ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, ή θα την θεωρήσουν ως έλλειψη αξιοπιστίας, οπότε θα σηματοδοτήσει μόνον ελάχιστη δράση.

Ο Ερντογκάν παραδοσιακά ευνόησε πολιτικές που ενθαρρύνουν την αύξηση της πίστωσης για να προκαλέσουν οικονομική κατανάλωση και επενδύσεις. Είναι δε γνωστόν ότι οι παλαιές πολύχρονες συνήθειες στην οικονομία «πεθαίνουν πολύ δύσκολα», πράγμα που σημαίνει ότι η μεγάλη αύξηση των επιτοκίων αποτελεί προσωρινό βραχυχρόνιο καταφύγιο. 

Ανεξάρτητα από τη βραχυπρόθεσμη δράση της Κεντρικής Τραπέζης, η Τουρκία αντιμετωπίζει μια πολύ δύσκολη κατάσταση που πρέπει να αντιμετωπίσει σύντομα και όχι καθυστερημένα ή να αυξήσει τον κίνδυνο αβεβαιότητος:

• Ο πληθωρισμός είναι ένα διαρκές πρόβλημα στην Τουρκία και οι επενδυτές δεν εμπιστεύονται την Κεντρική Τράπεζα να διαχειριστεί το ζήτημα, ειδικά μετά την άνοδο του επιπέδου των τιμών που έφτασε στο 25% το 2018, (πέντε φορές το επιτόκιο).

Διάφοροι Τούρκοι ακαδημαϊκοί οικονομολόγοι ανέφεραν πρόσφατα στοιχεία ότι η κυβέρνηση ενδέχεται να υποδηλώνει τον πληθωρισμό, δεδομένης της φανεράς πλέον ευρείας πολιτικοποιήσεως στο επίσημο Τουρκικό Στατιστικό Ινστιτούτο. Η αδύναμη λίρα σε συνδυασμό με τις υψηλές προσδοκίες για τον πληθωρισμό υπονομεύει ευλόγως τις εγχώριες αποταμιεύσεις και επενδύσεις. 

• Η αμελητέα αύξηση του 3ου τριμήνου δεν αντιστάθμισε την πτώση 10 τοις εκατό (από έτος σε έτος) στο εξάμηνο, και το τουρκικό ΑΕΠ προβλέπεται να τελειώσει το έτος έχοντας μειωθεί έως 5 τοις εκατό το 2019. 

• Η ανάπτυξη υποστηρίχθηκε από ένα κίνητρο που βασίζεται στην πίστωση, το οποίο αυξάνει την καταναλωτική πίστη. Αλλά αυτό ενίσχυσε την ζήτηση εισαγωγών, επιδεινώνοντας το χρόνιο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών. Αυτό καθώς και άλλες οικονομικές ανισορροπίες ασκούν έντονη πτωτική πίεση στη λίρα και ήδη αύξησαν τον κίνδυνο αστάθειας.

• Το υποτιμημένο νόμισμα δεν συνέβαλε στη μείωση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η εξάρτηση από την εισαγόμενη ενέργεια (με τιμές σε δολάρια) και το υψηλό περιεχόμενο εισαγωγών στις εξαγωγές αποδίδει περιορισμένα κέρδη στην ανταγωνιστικότητα από την αδύναμη λίρα. Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών ταλαντεύθηκε περαιτέρω, από πλεόνασμα 2,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων τους πρώτους εννέα μήνες του 2019 σε 2,4 δισεκατομμύρια δολάρια κατά την ίδια περίοδο του 2020, με εκροές κεφαλαίων και περαιτέρω πτώση των συναλλαγματικών αποθεμάτων.

Μια εύλογη και διαρκής σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής είναι η πρώτη προϋπόθεση για να επιβεβαιωθεί η αξιοπιστία της πολιτικής με δραστήριους εγχώριους και διεθνείς επενδυτές, αλλά εν προκειμένω η ιστορία του Ερντογκάν δεν είναι καθησυχαστική. Συχνά – πυκνά «εκπέμπονται» μικτά μηνύματα σχετικά με το εάν ο πρόεδρος έχει πράγματι παραιτηθεί από την προτίμησή του για χαμηλά επιτόκια ανεξάρτητα από το κόστος. 

Ακόμα και στις 11 Νοεμβρίου, όταν μίλησε για την ενδεχόμενη «πικρή ιατρική», ο Ερντογκάν θρήνησε πάλι για «τα δεσμά» των επιτοκίων που υπέστη συχνά η Τουρκία. Την παραμονή της τραπεζικής συναντήσεως για την νομισματική πολιτική, ο Ερντογκάν επανέλαβε την αντίθεσή του στα υψηλά επιτόκια. 

Ωστόσο, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι δεν θα επιδιώξει την επιστροφή της χώρας στην υψηλή ανάπτυξη ως ασφαλή πολιτική πλατφόρμα επανεκλογής του. Ο Ερντογκάν είναι έτοιμος για διαδικασίες επανεκλογής το αργότερον το 2023, αλλά μπορεί να ζητήσει εκλογές ενωρίτερον.

Είναι αντιληπτό πως για την Τουρκία απαιτείται επίσης μία ουσιαστική αυστηρότερη δημοσιονομική πολιτική, ακόμη και λόγω του αυξημένου οικονομικού κόστους από την COVID-19. Το μεσοπρόθεσμο σχέδιο της κυβέρνησης, που παρουσιάστηκε στα τέλη Σεπτεμβρίου, δεν έχει υποβληθεί σε νέα επεξεργασία. 

Προέβλεψε θετική ανάπτυξη για το 2020, συμπεριλαμβανομένων δημοσιονομικών ελλειμμάτων σχεδόν 5 τοις εκατό του ΑΕΠ για το 2021 και 4 τοις εκατό για το 2022. Τα ελλείμματα διευρύνονται από το 2018 με το «κόκκινο μελάνι» του 2019 να αυξάνεται κατά 70 τοις εκατό και με εκτός προϋπολογισμού δραστηριότητες καθώς και εγγυήσεις, ίσες με περίπου 4 τοις εκατό του ΑΕΠ του 2019. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού το 2020 αυξήθηκε κατά 44 τοις εκατό τους πρώτους 10 μήνες σε σύγκριση με την ίδια περίοδο κατά το 2019.

Το μεσοπρόθεσμο σχέδιο αποδέσμευσε επίσης ποικίλα διαρθρωτικά προβλήματα που σχετίζονται με τους οικονομικούς κύκλους της Τουρκίας, [όπως η υψηλή εξάρτηση από εισροές κεφαλαίων, ο υψηλός πληθωρισμός, οι αναντιστοιχίες στο εταιρικό χρέος μεταξύ εσόδων από λίρες και υποχρεώσεων σε ξένο νόμισμα, η επιδείνωση της ποιότητας των τραπεζικών περιουσιακών στοιχείων και της πιστοληπτικής ικανότητας και η χρονικά χαμηλή εγχώρια αποταμίευση σε σχέση με τις εγχώριες επενδύσεις – δηλαδή ο ίδιος ο ορισμό του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών. 

Η Τουρκία δεν αντιμετώπισε δυσκολία πρόσβασης στις παγκόσμιες κεφαλαιαγορές, αλλά η βραχυπρόθεσμη διάρθρωση του εξωτερικού χρέους υπήρξε ανησυχητική, με πάνω από 50 τοις εκατό των 440 δισεκατομμυρίων δολαρίων να οφείλεται για αποπληρωμή έως το 2023, όπως κατέγραψε το έγκριτο «Bloomberg News». 

Η «όρεξη» περί υψηλού κινδύνου φαίνεται να έχει επιστρέψει για το χρέος αναδυόμενων αγορών και η Τουρκία μπόρεσε να τοποθετήσει 2 δισεκατομμύρια δολάρια ευρώ στις αρχές Οκτωβρίου – αλλά μόνο με απόδοση 6,4 τοις εκατό, που ήταν 200 μονάδες βάσης υψηλότερο από το αντίστοιχο προηγούμενο του Φεβρουαρίου. 

Μια κρίση ρευστότητας ή πίεση στην εξωτερική χρηματοδότηση από την επιστροφή της παγκόσμιας αποτροπής κινδύνων, θα οδηγούσε άμεσα την βουλιμική «γείτονά» μας σε ισχυρή κρίση χρέους και ισοζυγίου πληρωμών. 

Α. Κωνσταντίνου 

Similar Posts