ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ ΕΘΝΩΝ-ΚΡΑΤΩΝ – Πώς η συγκεντρωμένη εμπορική και οικονομική δύναμη οικειοποιήθηκε την φιλελεύθερη δημοκρατία στη Δύση.

Στην συνέχεια της ανάλυσής μας οφείλουμε να μετατοπίσουμε το επίκεντρό της στο ευρύτερο ζήτημα του πώς οι οικονομικοί και εταιρικοί ολιγάρχες κατάφεραν να υπονομεύσουν, ανατρέψουν και απορροφήσουν τη φιλελεύθερη δημοκρατία από την έναρξή της πριν από δύο αιώνες. Μας ενδιαφέρει κυρίως να προσδιορίσουμε πώς, η φιλελεύθερη δημοκρατία έγινε η «πρόσοψη» για την επικείμενη εθνοαποδομητική τυραννία της Νέας Παγκόσμιας Τάξης.

Το κλειδί για την κατανόηση της σύγχρονης πολιτικής είναι η διαβόητη έννοια της «ατομικής ελευθερίας» και η φρενήρης ανάπτυξή της τα τελευταία 200 χρόνια. Η «ελευθερία» φαινόταν να κατέχει την εξέχουσα θέση μεταξύ των διακηρυγμένων αξιών στη δυτική πολιτική σκέψη, μέχρι που η «πολιτική ορθότητα» άρχισε να περιορίζει σταθερά τη σφαίρα λειτουργίας της.

Η υπεροχή της ατομικής ελευθερίας δεν προκαλεί έκπληξη, δεδομένης της υπέρτατης αξίας που αποδίδει ο Χριστιανισμός στην ατομική ψυχή. Στο θρησκευτικό δόγμα η ατομική ψυχή προσέλαβε μια υπερφυσική όψη, απαγκιστρωμένη από τους φυσικούς περιορισμούς της επίγειας ύπαρξης. Έτσι, απελευθερωμένη, η ατομική ψυχή έμεινε μόνη, απεριόριστη και ανεκτίμητη.

Μολονότι η Ορθόδοξη και η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία υποστήριζαν την οικογενειακή ζωή και απέδιδαν φόρο τιμής στις εκάστοτε κοινωνικές και πολιτειακές αρχές, η έμφαση της σωτήριας αποστολής τους ήταν εστιασμένη στην ατομική ψυχή. Αργότερα, ο προτεσταντισμός τόνισε έντονα τις ατομικές, ορθολογικές πτυχές της υποχρέωσης του Χριστιανού να κοινωνεί με τη Θεότητα σε προσωπική βάση. Οι ανθρώπινες ενώσεις όπως η οικογένεια, η φυλή και το έθνος έλαβαν πάλι το … οφειλόμενο «μερίδιό» τους, αλλά η σημασία τους υποχώρησε σαφώς μπροστά στον απώτερο στόχο – την ανάρρηση της ατομικής ψυχής στον Ουρανό. Σε τελική ανάλυση, η επιλογή μεταξύ σωτηρίας και απώλειας ήταν μια ατομική υπόθεση ! («Δεν γουστάρω τους Σωτήρες, δε μ’ αρέσει να σωθώ ! …. «Είναι Δικαίωμά μου !»)

Εδώ πλέον ο Παντοδύναμος αποκάλυψε στην προσωπικότητά του, έναν απολυταρχικό, μονοκρατορικό λεκέ τύπου Γιαχβέ, επιμένοντας στις αναγκαστικές «κατ’ ιδίαν συναλλαγές» του με το άτομο. Θα δεχτεί στον παράδεισο όσους αξίζουν την χάρη του, αλλά αυτοί πρέπει να εισέλθουν μόνοι, αφήνοντας πίσω, τους φίλους της ζωής του, τους αγαπημένους συζύγους, τα ανεκτίμητα παιδιά τους, δηλαδή εν ολίγοις όποιον θα μπορούσε να μειώσει την αφοσίωση του ατόμου στον Θεό. Οι επιτυχημένοι υποψήφιοι του ουράνιου παραδείσου μπορεί τελικά να επανενωθούν με τα αγαπημένα τους πρόσωπα, ή μπορεί και όχι. Αυτή η «θεόπνευστη» κατάσταση πραγμάτων μπορεί βεβαίως να διαρκέσει … όχι λιγότερο από μιαν αιωνιότητα!

Με την πάροδο του χρόνου, η έννοια της «ατομικής ψυχής» υποβλήθηκε σε ουσιαστική αναθεώρηση κατά την περίοδο που ο ευρωπαϊκός πολιτισμός απελευθερωνόταν από το νεκρό πλέον χέρι του θρησκευτικού ελέγχου επί της διανοητικής έρευνας. Οι Ευρωπαίοι συγγραφείς της Εποχής του Λόγου και του Διαφωτισμού, όπως ο Γαλιλαίος, ο Νεύτωνας και ο Τζον Λοκ, άρχισαν να αμφισβητούν έμμεσα το δόγμα της Εκκλησίας σχετικά με τον φυσικό κόσμο, τον 17ο και τον18ο αιώνα.

Η εξέλιξη της έννοιας της ατομικής ελευθερίας

Ωστόσο, οι κοινωνικοί στοχαστές ανάμεσά τους παρέμειναν ασυνείδητα προσκολλημένοι στη χριστιανική έννοια της υπερφυσικής ψυχής. Σύμφωνα με τον ορθολογικό χαρακτήρα της εποχής, αυτοί οι συγγραφείς αντικατέστησαν τις θρησκευτικές πτυχές της ψυχής με τη συνειδητή, την ορθολογική της ουσία, τον Λόγο. Σε αυτούς τους ορθολογιστές, φαινόταν ότι ο απεριόριστος, ο ανεμπόδιστος λόγος θα άνοιγε την πόρτα στην ατελείωτη πρόοδο ή σε άπειρες δυνατότητες για το καλό. Θεωρήθηκε ότι οποιοσδήποτε εκπρόσωπος κι εκφραστής απόψεων είχαν ικανό δυναμικό για καλό, δικαίως δεν θα έπρεπε να καταστέλλεται μέσω της …. δικαιοσύνης.

Επομένως, το άτομο και οι απεριόριστες δυνατότητές του κρίθηκαν άξια ελευθερίας με τον ίδιο τρόπο που πιστεύονταν ότι η άπειρη ψυχή του Χριστιανισμού ήταν άξια σωτηρίας. Αν και οι Ευρωπαίοι διανοούμενοι αυτής της περιόδου εφάρμοσαν σταδιακά την εμπειρική έρευνα στο σύνολο σχεδόν του φυσικού κόσμου, δεν μπόρεσαν να απελευθερωθούν από τις εκκλησιαστικές υποθέσεις σχετικά με τον εξαιρετικό χαρακτήρα της ατομικής ψυχής ως αντικειμένου πέρα από φυσικά φαινόμενα.

Αυτό που τελικά προέκυψε ήταν η έννοια του ατόμου ως μια άπειρης δυνατότητας, με ένα θεόδοτο, θεόσταλτο και άρα ιερό δικαίωμά του στην ελευθερία. Αυτή η «θεόπνευστη» αξιοπρέπεια και ελευθερία της ψυχής, που στην εποχή μας νοείται ως το ιδανικό της ατομικής ελευθερίας, παραμένει λίγο πολύ ο άξονας γύρω από τον οποίο περιστρέφονται πολλές δυτικές πολιτικές ιδέες. Επομένως, πρέπει να ευχαριστήσουμε … τον Χριστιανισμό που έδωσε ισχυρή ώθηση στις μεταγενέστερες αντιλήψεις για την υπεροχή του ατόμου στην κοινωνία, παρέχοντας την θεμελιώδη ιδέα ότι οι κοινωνίες υπάρχουν για να προστατεύουν τα δικαιώματα και την ιδιοκτησία του μεμονωμένου μέλους τους.

Η έννοια της ατομικής ελευθερίας προέκυψε ως αμφισβήτηση του θεϊκού δικαιώματος των κληρονομικών μοναρχών και αριστοκρατών να ασκούν απόλυτη κρατική εξουσία στους υπηκόους τους. Άνοιξε το δρόμο για τη Γαλλική Επανάσταση του 1789, η οποία και γέννησε την δημοκρατική μορφή διακυβέρνησης που εξακολουθεί να θεωρείται ο θέσμιος κανόνας στην εποχή μας.

Οι διαμορφωτές αυτού που ονομάστηκε φιλελεύθερη δημοκρατία συνέλαβαν μια μορφή διακυβέρνησης στην οποία η κρατική εξουσία θα μειωνόταν σκόπιμα, με τον διαχωρισμό της σε εκτελεστικό, νομοθετικό και δικαστικό κλάδο.

Tο γνωστό σύστημα της «διάκρισης των εξουσιών» προέβλεπε ένα είδος ελεγχόμενης αναρχίας στην οποία η αέναη αντίθεση μεταξύ των τριών κλάδων της κυβέρνησης θα απέτρεπε την κυριαρχία του ενός έναντι των άλλων. Ένας ελεύθερος τύπος, ανεξάρτητος από το κράτος, θα παρείχε την πρόσθετη προστασία στο άτομο από την υπερβολική κρατική εξουσία.

Ατομική ελευθερία μετριασμένη από την ιδέα του «Κοινού Καλού»

Παρά την αγάπη τους για την ελευθερία ως απόλυτη αξία, οι δημιουργοί της φιλελεύθερης δημοκρατικής ιδέας αρνήθηκαν να παραχωρήσουν την απόλυτη ελευθερία στο άτομο, ακριβώς όπως αντετίθεντο στην απόλυτη εξουσία των βασιλέων και των αυτοκρατόρων. Η εποχή του καθαρού ατομικισμού δεν είχε ανατείλει ακόμη. Θα έπρεπε να περιμένει έως ότου η άνοδος του καταναλωτισμού στην περίοδο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δίδαξε στο άτομο, επιτήδεια και επιτυχημένα. την υποτιθέμενη υπεροχή του έναντι της κοινωνίας.

Έναν αιώνα νωρίτερα αναγνωρίστηκε ακόμη ότι ο αχαλίνωτος εγωισμός ενός ατόμου θα παραβίαζε τα δικαιώματα των άλλων, υπονομεύοντας έτσι τη βάση της συνεργασίας και της κοινωνικής ζωής. Η κοινωνική φύση του ανθρώπου και η ύπαρξη αμοιβαίων υποχρεώσεων αναγνωρίστηκαν ως γεγονότα. Το κράτος έπρεπε να ενεργεί ως ένα είδος «διαιτητή» για την εκδίκαση των ιδιωτικών διαφορών και τη διατήρηση της ισορροπίας δυνάμεων και δικαιωμάτων μεταξύ των πολιτών του.

Μερικοί από τους αρχικούς συγγραφείς της σύγχρονης έννοιας της ατομικής ελευθερίας, όπως ο Ζαν Ζακ Ρουσώ και ο Τόμας Τζέφερσον, πίστευαν ότι η ελευθερία θα μπορούσε να ευημερήσει μόνο σε μικρές, ομοιογενείς πολιτικές μονάδες, στις οποίες δεν θα υπήρχαν μεγάλες ανισότητες στο εισόδημα και στην εξουσία. Οι πολίτες των ανεξάρτητων δημοκρατιών θα πρέπει κατά προτίμηση να είναι ελεύθεροι καλλιεργητές του εδάφους, κύριοι των οικονομικών τους πεπρωμένων. Μια δημοκρατία συνδεδεμένη με τις αρχές της ισότητας, της ελευθερίας και της αδελφοσύνης θα δημιουργούσε μια ανθεκτική και συνεκτική κοινότητα, με την ελπίδα πως θα είναι αρκετά ισχυρή για να αμυνθεί ενάντια σε εξωτερικούς εχθρούς.

Το ασυμβίβαστο της ελευθερίας με την Αυτοκρατορία

Μία συνεχής αδιάκοπη γραμμή που διέτρεχε τα γραπτά των δημιουργών της φιλελεύθερης δημοκρατίας ήταν η καχυποψία για μεγάλες συγκεντρώσεις εξουσίας που τις οικειοποιήθηκαν όχι μόνο μεμονωμένοι ηγεμόνες, αλλά και μεμονωμένα κράτη. Οι πιο διορατικοί στοχαστές πίστευαν ότι οι μεγάλες αυτοκρατορίες δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν με κανένα τρόπο ως «Οικοι» της δημοκρατίας και της ατομικής ελευθερίας.

Εντούτοις, κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, οι άρχουσες τάξεις του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γαλλίας προχώρησαν στην επέκταση των αντίστοιχων υπερπόντιων αυτοκρατοριών τους, με πεποίθηση ότι οι δημοκρατικές μορφές διακυβέρνησής τους θα παρέμεναν άθικτες. Αλλά όταν οι αποικιακοί υπήκοοί τους απέκτησαν πρόσβαση στον αλφαβητισμό, οι Βρετανοί και οι Γάλλοι ήταν αδύνατο να διατηρήσουν πλέον τον έλεγχο όσο οι δημοκρατικές αρχές παρέμεναν το ιδεολογικό θεμέλιο των μητρικών χωρών. Φυσικά και εύλογα, οι Αφρικανοί και Ασιάτες υπήκοοι των Ευρωπαίων διεκδίκησαν τα δικαιώματά τους να ζουν σύμφωνα με αυτές τις ίδιες οικουμενικές αρχές – οπότε αυτομάτως και η βρετανική και η γαλλική αυτοκρατορία δεν υπήρχαν πια, αυτοκαταλύθηκαν κοσμοθεωρητικά, ιδεολογικά και πολιτικά.

Τον 18ο και 19ο αιώνα, η φιλελεύθερη δημοκρατία ήταν σύμμαχος με την ιδέα του εθνικισμού και κατά περιόδους ερχόταν σε σύγκρουση με τις δυναστικές πολυεθνικές αυτοκρατορίες, όπως η τσαρική Ρωσία, η Αψβουργική Αυστρία και η Οθωμανική Τουρκία. Οι δημιουργοί της σύγχρονης δημοκρατίας υπέθεσαν ότι ένα άτομο θα μπορούσε να είναι ελεύθερο, μόνον εφόσον η χώρα του ήταν ελεύθερη. Η εθνική ανεξαρτησία θεωρήθηκε προϋπόθεση για την ατομική ελευθερία. Μετά την ανακωχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, περίπου μια δωδεκάδα νέα εθνικά κράτη αναδύθηκαν από τα ερείπια των ευρωπαϊκών και ασιατικών πολυεθνικών αυτοκρατοριών. Η εμφάνισή τους γιορτάστηκε από τη Δύση ως θρίαμβος της δημοκρατίας και της εθνικής αυτοδιάθεσης.

Ομοίως, στον τομέα των διεθνών σχέσεων, η ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των μεγάλων «παγκοσμίων παικτών» θεωρήθηκε γενικά ως η βέλτιστη κατάσταση κατά τον 19ο και τις αρχές του 20ου αιώνα. Με τον ίδιο τρόπο που ο ανεξέλεγκτος εγωισμός ενός ανθρώπου υπονομεύει την ελευθερία των άλλων ατόμων, έτσι και ο ασυγκράτητος εθνικός εγωισμός ενός κράτους διακυβεύει την ελευθερία άλλων χωρών. Μια ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των κρατών θα … εξασφάλιζε τη συνεχή ανεξαρτησία και ελευθερία της κάθε χώρας και των πολιτών της.

Από τα παραπάνω φαίνεται ότι οι πατέρες της φιλελεύθερης δημοκρατίας θεωρούσαν την εξουσία και την ελευθερία ως γενικά αντίθετες έννοιες. Επινοήθηκαν λοιπον διάφορες περίπλοκες διασφαλίσεις κατά της κρατικής εξουσίας, επειδή εκείνη την εποχή, θεωρήθηκε ότι η μεγαλύτερη απειλή για την προσωπική ελευθερία προερχόταν από καταπιεστικές κυβερνήσεις που διοικούνταν από απολυταρχικούς μονάρχες και αριστοκράτες.

Α. Κωνσταντίνου

Similar Posts