ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ ΕΘΝΩΝ-ΚΡΑΤΩΝ – Οι αρχαίοι Έλληνες, οι Εβραίοι και τα Οικουμενικά Δόγματα (2)
Διεθνισμός εναντίον Εθνικισμού
Η κύρια απειλή για τη βιωσιμότητα των ευρωπαϊκών εθνών είναι η ακραία συγκέντρωση ιδιωτικού πλούτου, τον οποίο οι παγκοσμιοποιητές έχουν μετατρέψει σε πολιτική επιρροή εκδηλούμενη σε παγκόσμιο επίπεδο. Ευτυχώς, υπάρχουν μερικές ενδείξεις ότι οι Ευρωπαίοι αρχίζουν διστακτικά να απορρίπτουν την παγκοσμιοποίηση. Χρειάστηκαν δεκαετίες για να υλοποιηθεί αυτή η στοιχειώδης αφύπνισή τους, επειδή οι παγκοσμιοποιητές διαχειρίστηκαν επιδέξια την αργή κάθοδο του βιοτικού τους επιπέδου από τα ακμάζοντα μεταπολεμικά χρόνια στην ελεεινή στασιμότητα του σήμερα.
Ωστόσον, από εδώ και πέρα, η μαζική δυσαρέσκεια μπορεί μόνο να επιδεινωθεί, καθώς η διαδικασία αποστράγγισης του ευρωπαϊκού πλούτου για τη διατήρηση της εκβιομηχάνισης του Τρίτου Κόσμου και τη βουλιμική λαιμαργία των υπερπλούσιων έχει αποκτήσει τεράστια δυναμική. Η παγκοσμιοποίηση θα οδηγήσει είτε σε μεγάλη πολιτική αναταραχή είτε σε πλήρη αναστάτωση και ανατροπή της πολιτισμένης ζωής στην Ευρώπη. Οι μάζες φαντάζονται ότι αυτό που διακυβεύεται είναι η υλική τους ευημερία. Ωστόσο, όσο σημαντικό και αν είναι αυτό το ζήτημα, πρέπει να τοποθετηθεί σε ένα ευρύτερο ξεκάθαρο ιδεολογικό πλαίσιο.
Το κύριο ζήτημα υπό εξέταση είναι εάν 700 εκατομμύρια Ευρωπαίοι θα παραμερίσουν και θα επιτρέψουν σε μια μικροσκοπική αρπακτική μειονότητα να συγχωνεύσει την ευρωπαϊκή τους ταυτότητα σε μια παγκόσμια μάζα μιας αφηρημένης, γκρίζας ανθρωπότητας. Σήμερα το κύριο έπαθλο του αγώνα για την εξουσία δεν είναι μόνον η κυριαρχία στην Ευρώπη ή στο Δυτικό Ημισφαίριο. Είναι το παγκόσμιο πολιτικό μονοπώλιο. Η πραγματική πάλη είναι ανάμεσα σε δύο αντίθετες πολιτικές αντιλήψεις, την παγκόσμια -κοσμοπολίτικη και την εντοπισμένη – εθνική .
Έχουμε ήδη εντοπίσει τους παγκοσμιοποιητές και τους βοηθούς τους και περιγράψαμε εν συντομία τους μοχλούς της εξουσίας τους. Όμως, όσο μεγάλη και αν είναι η έκδηλη επιρροή των παγκοσμιοποιητών, ωχριά σε σύγκριση με τη δυνητική δύναμη εκατοντάδων εκατομμυρίων δυσαρεστημένων Ευρωπαίων, που μπορεί ακόμη να κάνουν χρήση της λανθάνουσας δύναμής τους. Ο εχθρός είναι μεγαλοδύναμος όχι όμως Παντοδύναμος !
Για τους διεθνιστές, το κύριο καθήκον τους είναι να υποστηρίξουν τη διαδεδομένη αυταπάτη ότι οι κοσμοπολίτικοι στόχοι είναι πιο προοδευτικοί και ηθικά ανώτεροι από τις εθνικές φιλοδοξίες. Οι συνειδητοί πατριώτες από την πλευρά τους υποστηρίζουν ότι οι περιορισμένοι πόροι του ανθρώπου πρέπει να ορίζουν τον ορίζοντα των επιδιώξεών του. Πρέπει να επιδιώκουμε στόχους που είναι ρεαλιστικοί και όχι να αναλαμβάνουμε το βάρος της σωτηρίας όλης της ανθρωπότητας.
Η ιστορία μας παρέχει τουλάχιστον δύο παραδείγματα εθνών που έζησαν σύμφωνα με αυτό που μπορούμε να θεωρήσουμε εθνικιστική αντίληψη για τη ζωή. Η ιστορική εμπειρία των πρώτων Ελλήνων και των πρώτων Εβραίων ενισχύει τη θέση ότι οι περιορισμένοι στόχοι είναι σαφώς πιο επιτεύξιμοι από τις καθολικές φιλοδοξίες.
Στη συνέχεια της παρουσίασής μας θα εξετάσουμε εν συντομία την κοσμοθεωρία των αρχαίων Ελλήνων και τη θρησκεία του εβραϊκού λαού. Οι ιδέες τους ήρθαν στον κόσμο πριν από χιλιάδες χρόνια, αλλά έχουν μέγιστη σημασία μέχρι και σήμερα. Τόσο οι αρχαίοι Έλληνες, όσο και οι Εβραίοι αντιμετώπισαν την απειλή της αφομοίωσης από μεγάλες, πολυεθνικές αυτοκρατορίες, και καταπολέμησαν αυτόν τον κίνδυνο με ποικίλους βαθμούς επιτυχίας. Υπάρχουν πολλά ουσιώδη μαθήματα που μπορούμε να μάθουμε από τη μακρόχρονη εμπειρία τους.
Οι αρχαίες ελληνικές αξίες έρχονται σε αντίθεση με το χριστιανικό δόγμα και τη νεωτερικότητα
Όπως κατέδειξε τόσο ξεκάθαρα και λεπτομερειακά ο Φρειδερίκος Νίτσε στη «Γέννηση της Τραγωδίας» και σε άλλα έργα του, η πρώιμη Ελλάδα άκμασε υπό την αιγίδα αξιών εντελώς αντίθετων με τα χριστιανικά ιδεώδη. Ο Νίτσε υπήρξε ενθουσιώδης θαυμαστής του αναζωογονητικού ελληνικού πνεύματος, το οποίο στα γραπτά του χρησίμευε ως θεραπευτικό αντίδοτο στην καταθλιπτικά δουλοπρεπή οπτική της χριστιανικής παράδοσης. Οι πρόγονοί μας αγάπησαν αυτόν τον κόσμο, αναζήτησαν την ομορφιά του και κατάφεραν να αποσπάσουν μεγάλες ποσότητες χαράς από τη γήινη ύπαρξή τους. Γιόρταζαν τη δύναμη, το θάρρος, την αυτοδυναμία και την ομορφιά, ενώ οι Χριστιανοί τιμούσαν την αδυναμία, τη δουλοπρέπεια, τον οίκτο και τα βάσανα.
Στα χρόνια των μεγαλύτερων πολιτιστικών επιτευγμάτων τους, που αναφέρονται ως «Κλασική περίοδος» (510 έως 323 π.Χ.), οι ελληνικές πόλεις-κράτη αντιστάθηκαν ηρωικά στις προσπάθειες των συγχρόνων τους «οικοδόμων αυτοκρατοριών» να τις υποτάξουν. Παρά το μικροσκοπικό τους μέγεθος, οι πόλεις-κράτη διαχειρίζονταν τις υποθέσεις τους ανεξάρτητα επί αιώνες, έως ότου ισχυρότερες περιφερειακές πόλεις-κράτη όπως η Αθήνα, η Σπάρτη καθώς και το βασίλειο της Μακεδονίας άρχισαν να εδραιώνουν την περιφερειακή τους ισχύ, φέρνοντας έτσι τις ασθενέστερες πολιτείες στην τροχιά τους.
Οι αρχαίοι πρόγονοί μας ήσαν ανυποχώρητοι «επαρχιώτες» και με τα σύγχρονα «προχωρημένα» κοσμοπολίτικα δυτικά πρότυπα, ήσαν ανεπανόρθωτα ενάντιοι στην πολιτική ορθότητα. Έβλεπαν με καχυποψία όσους δεν ανήκαν στις φατρίες ή τις πόλεις-κράτη τους και επινόησαν τον όρο «βάρβαρος», που σημαίνει αυτόν που δεν μιλούσε ελληνικά ή κάποιον που αγνοούσε τον ελληνικό πολιτισμό. Θεωρήθηκε φυσιολογικό ότι οι σκλάβοι, συχνά αιχμάλωτοι πολέμου, έπρεπε να παρέχουν ταπεινές υπηρεσίες στα πλουσιότερα μέλη της κοινότητας. Στις τέχνες και στην πολιτική τους, οι πρώτοι Έλληνες ενθάρρυναν τον πατριωτισμό των πόλεων-κρατών τους, έτσι ώστε αυτές οι μικροσκοπικές πολιτικές μονάδες να μπορούν να κινητοποιήσουν αποτελεσματικότερα τους κατοίκους τους ενάντια στην εξωτερική επιθετικότητα. Η Σπάρτη απέκτησε φήμη για την υπερβολική της φροντίδα στη στρατιωτική εκπαίδευση, η οποία συνήθως ξεκινούσε από την παιδική ηλικία.
Η «Πολιτεία» του Πλάτωνα προσδιόριζε ξεκάθαρα το καθήκον του πολίτη να πολεμά, εφ όσον χρειάζεται, για την πόλη – κράτος του και όχι για οικουμενικούς κανόνες ή για την ανθρωπότητα γενικότερα. Τα «Πολιτικά» και τα «Ηθικά Νικομάχεια» του Αριστοτέλη χαρακτήρισαν την πόλη-κράτος ως μια ανεξάρτητη ένωση που βρισκόταν πάνω από τα συμφέροντα του μεμονωμένου πολίτη. Ο Αριστοτέλης πίστευε ότι ένας πολίτης μπορούσε να συνειδητοποιήσει καλύτερα τις δυνατότητές του ως λογικό, κοινωνικό και ηθικό ον υπηρετώντας την πόλη-κράτος του και όχι κάποια παγκόσμια θεότητα.
Οφείλουμε τόσα πολλά στο δημιουργικό πνεύμα της Κλασικής Ελλάδας στους τομείς της φιλοσοφίας, της πολιτικής σκέψης, των φυσικών επιστημών, της ποίησης, του δράματος, της γλυπτικής και της αρχιτεκτονικής. Αυτό που είναι πραγματικά αξιοσημείωτο είναι ότι τέτοιες εσωστρεφείς και μικροσκοπικές πολιτείες μπόρεσαν να γεννήσουν ένα τόσο σημαντικό μέρος της κληρονομιάς του δυτικού πολιτισμού.
Ένα πνεύμα αυτοπεποίθησης διαποτίζει τις τέχνες και την πολιτική των προγόνων μας. Οι σύγχρονοι της κλασικής περιόδου δεν έδιναν ιδιαίτερη σημασία στους ξένους συμβούλους ή στις παγκόσμιες «μόδες» όταν άρχισαν να δημιουργούν τα έργα τέχνης τους, τη φιλοσοφία ή την ιστορία τους, αν και ορισμένες ξένες καλλιτεχνικές επιρροές απορροφήθηκαν δημιουργικά από τα ελληνικά στυλ. Τα ελληνικά πρότυπα πολιτισμού εξελίχθηκαν σταδιακά με την πάροδο των αιώνων μέσα από την αδιάκοπη μετάδοση γνώσεων και δεξιοτήτων. Οι ξένες επιρροές συμπλήρωσαν, αλλά δεν κατέκλυσαν, την τοπική πρωτοβουλία στην κλασική περίοδο.
Η … απείθαρχη ζωή των Ελλήνων θεών ήταν παράλληλη με την ανταγωνιστική ύπαρξη των περισσοτέρων από 1.000 ξεχωριστών πόλεων-κρατών. Οι θεοί της Αρχαίας Ελλάδας συγκρούονταν συνεχώς ο ένας με τον άλλο καθώς επιδίωκαν τους ατομικούς τους σκοπούς, χωρίς να υποκύψουν σε κάποια συγκεκριμένη, υπερθεότητα.
Μερικές φορές αυτοί οι ζωηροί και ασεβείς θεοί συμμετείχαν στις μηχανορραφίες και στα εγχειρήματα των θνητών, καταδεικνύοντας έτσι ότι οι ηγεμόνες δεν πρέπει να μένουν πολύ μακριά από τους υπηκόους τους.
Οι πρώτοι Έλληνες ζούσαν ωσάν όλα να εξαρτιόνταν από τις δικές τους προσπάθειες, την εξυπνάδα, την αλληλεγγύη και το θάρρος τους. Ίσως αυτό είναι το κλειδί για τα αξιοσημείωτα επιτεύγματά τους που οι διαδοχικές γενιές θαύμαζαν επί τόσο καιρό.
Η ελληνική αρχιτεκτονική ενισχύει τη συλλογική ταυτότητα
Εδώ θα ήταν σκόπιμο να σταθούμε και να εστιάσουμε στα υπέροχα αρχιτεκτονικά επιτεύγματα των προγόνων μας, που αποτελούν μιαν ευδιάκριτη απόρροια της κοινοτικής τους υπερηφάνειας. Οι αρχαίες πόλεις-κράτη αφιέρωσαν εξαιρετική προσοχή στον καλλιτεχνικό σχεδιασμό και στην κατασκευή δημόσιων κτιρίων, συμπεριλαμβανομένων θεάτρων, σταδίων, πλατειών των πόλεων, μαυσωλείων και ναών. Παρά το ότι οι αρχαιοελληνικές πόλεις-κράτη ήσαν αστεία μικρές για τα γιγάντια σύγχρονα πρότυπα μας και συγκριτικά υπερβολικά αδύναμες ως προς το μέγεθος του πληθυσμού και τους διαθέσιμους υλικοτεχνικούς πόρους τους, κατάφεραν ωστόσο να παράγουν αρχιτεκτονικά αριστουργήματα που επισκιάζουν τα σύγχρονα καλλιτεχνικά επιτεύγματα.
Ακόμη και οι πιο αδύναμες ελληνικές πολιτείες, που περιελάμβαναν μόνο λίγες χιλιάδες κατοίκους, ανταγωνίζονταν τις ισχυρότερες πόλεις-κράτη στο να χτίσουν εντυπωσιακές δημόσιες κατασκευές. Η Αθήνα, μια από τις μεγαλύτερες πόλεις-κράτη, αριθμούσε μόνο 100.000 ελεύθερους πολίτες. Περισσότερα από 2.000 χρόνια αργότερα, αυτή η ελληνική κληρονομιά, που τώρα έχει περιοριστεί μόνο σε κομμάτια της προηγούμενης δόξας της, εξακολουθεί ωστόσο να προσελκύει εκατομμύρια θαυμαστές και προσκυνητές από όλο τον κόσμο.
Ο Παρθενών, που κατασκευάστηκε πριν από 2.500 χρόνια προς τιμήν της πολιούχου αθηναϊκής θεότητας, της Πολεμίστριας Παρθένου Παλλάδος, θεωρείται μια από τις πλέον εξαίρετες εκφράσεις του αισθητικού πνεύματος των Ελλήνων. Αυτός ο υπέροχος οίκος λατρείας ξεχωρίζει όχι μόνο για τις μνημειακές του διαστάσεις και την καλλιτεχνική του αρμονία, αλλά και για την απαράμιλλη αντοχή του, δηλαδή τη δύναμή του να αντέχει στη φθορά του χρόνου.
Η κατασκευή αυτού του αξεπέραστου αρχιτεκτονικού θαύματος απαίτησε εξαιρετική καλλιτεχνική ευαισθησία καθώς και 9 χρόνια σκληρής, σωματικής εργασίας, 20.000 τόνους πανάκριβου μάρμαρου και μια μνημειώδη δαπάνη κεφαλαίων ίση με το ήμισυ περίπου των εσόδων της πόλης-κράτους της Αθήνας. Σαν να μην έφτανε αυτή η πρόκληση, οι Αθηναίοι εκείνη την εποχή έχτιζαν και μια σειρά από άλλες εντυπωσιακές δημόσιες κατασκευές και αμυντικά έργα για την πόλη τους.
Ο Παρθενών, όπως και τα άλλα μνημεία που απαιτούσαν τεράστιες οικονομικές θυσίες, δημιουργήθηκε για να εντυπωσιάσει τον θεατή με το μέγεθος, την ομορφιά και την αντοχή του. Τα ελληνικά δημόσια κτίρια είχαν σκοπό να διδάξουν στους εντόπιους την ανεκτίμητη αξία της συλλογικής τους ταυτότητας, καθώς και την περηφάνια και την αυτοπεποίθηση για τις σπάνιες ικανότητές τους.
Η σύγχρονη αρχιτεκτονική αντανακλά την αναιμική κατάσταση της ευρωπαϊκής ταυτότητας
Τα περισσότερα πράγματα στη ζωή που έχουν νόημα είναι αδιαχώριστα από την ανθεκτικότητα. Ωστόσο, οι κάτοικοι του «υπό ενοποίηση» κόσμου μας είναι ικανοποιημένοι με ό,τι είναι λειτουργικό, φθηνό, άνετο, ασφαλές και διασκεδαστικό. Ο δυτικός κόσμος χτίζει τώρα δημόσια κτίρια, πελώρια εμπορικά κέντρα και πολυκατοικίες που απαιτούν ελάχιστη προσπάθεια για να ολοκληρωθούν.
Αυτή είναι η κατάσταση των πραγμάτων, παρόλο που τα σύγχρονα, βιομηχανικά κράτη έχουν πρόσβαση σε ασύγκριτα μεγαλύτερο υλικό πλούτο και τεχνολογικούς πόρους από τους προγόνους μας. Κανείς δεν περιμένει ότι οι λειτουργικές μας δομές θα επιβιώσουν για πολύ. Τώρα πλέον μόνον ο Θεός και οι ατομικές μας ψυχές υποτίθεται ότι είναι αιώνιες.
Πολύ λίγους ενοχλεί το γεγονός ότι οι δομές των πόλεων στις οποίες περνάμε τη ζωή μας δεν διαφέρουν σχεδόν καθόλου από τα εκατομμύρια άλλα κτίρια στα οποία έχει αποδοθεί ένα συγκεκριμένο τμήμα της επιφάνειας της γης, γιατί …. είμαστε όλοι εξαναγκαστικά ίσοι και απολύτως συνηθισμένοι δίχως εξαιρέσεις. Ο Θεός απαγορεύει να κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας, εφευρίσκοντας εκ νέου … τα ποδήλατα. Η δημιουργικότητα και οι σημαντικές αποφάσεις είναι ολότελα έξω από τους τομείς ευθύνης μας. Για αυτό, έχουμε τη σοφία της κοσμικής, συγκεντρωτικής εξουσίας, που ασκείται από στρατιές γραφειοκρατών και ειδικών, καθώς και τον Χριστιανό Παντοδύναμο Θεό στην πνευματική σφαίρα.
Ο τεράστιος αριθμός σύγχρονων πόλεων και κωμοπόλεων που γεμίζουν τον δυτικό κόσμο, φαίνεται γενικά τυποποιημένος και κουραστικός, υποδηλώνοντας ότι πρόκειται απλώς για προϊόντα που προέρχονται από μιαν ίδια ….. γραμμή συναρμολόγησης. Έχουν όλα την ίδια σφραγίδα του προσωρινού, που υπαινίσσεται την ασημαντότητα της ύπαρξής μας. Εδώ κι εκεί, μπορούμε να χαρούμε με τα μάτια μας τις σωζόμενες ευρωπαϊκές παλιές συνοικίες που θυμίζουν τον αρχιτεκτονικό πλούτο του παρελθόντος. Αλλά η συνολική εντύπωση για τις τεράστιες αστικές εκτάσεις μας είναι ένα θλιβερό άμορφο συνονθύλευμα από γυαλί, μέταλλο και πλαστικό.
Η ελληνική κυριαρχία της ιδιαιτερότητας τελεί υπό λυσσαλέα επίθεση
Κατά την περίοδο που προηγήθηκε των αυτοκρατορικών κατακτήσεων του Μεγάλου Αλέξανδρου από το 336 έως το 323 π.Χ., οι αναρίθμητες ελληνικές πόλεις-κράτη κατάφεραν συνολικά να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους και τον δημιουργικό τους χαρακτήρα. Εξαιρέσεις υπήρξαν στην περίπτωση των στρατιωτικών συμμαχιών ως προστασία έναντι ισχυρότερων εχθρών. Από το 499 έως το 449 π.Χ., πολλές από τις ελληνικές πόλεις-κράτη ενώθηκαν για να αντισταθούν επιτυχώς στις διαδοχικές εισβολές της πολυεθνικής Περσικής Αυτοκρατορίας. Ενδεχομένως ως απάντηση στη συντριπτική περσική στρατιωτική πίεση, μερικά από τα πιο ισχυρά ελληνικά κράτη, όπως η Αθήνα, η Σπάρτη και η Μακεδονία, άρχισαν να χτίζουν την περιφερειακή τους δύναμη, καταπατώντας τα εδάφη και την κυριαρχία των πιο αδύναμων Ελλήνων γειτόνων τους.
Οι ελληνικές πόλεις-κράτη του 499 π.Χ. αντιμετώπισαν ένα δίλημμα, παρόμοιο με αυτό που αντιμετωπίζουν τα ξεχωριστά ευρωπαϊκά έθνη της εποχής μας. Προκειμένου να προστατεύσουν την ανεξαρτησία τους από τη συντριπτική δύναμη των εξωτερικών παραγόντων, τόσον οι ελληνικές πόλεις-κράτη όσο και οι ευρωπαϊκές χώρες θεώρησαν επιτακτική την ανάγκη να ενισχύσουν τη στρατιωτική τους δύναμη μέσω συμμαχιών. Ωστόσο, η διαδικασία οικοδόμησης συμμαχιών αποδυναμώνει το πνεύμα αυτάρκειας των μελών τους, καθώς και το φάσμα των ανεξάρτητων επιλογών.
Η ιστορία δείχνει επίσης ότι η διαδικασία ενίσχυσης της στρατιωτικής δύναμης τρέφεται από μόνη της και συχνά διεγείρει την ακόρεστη επιθυμία για ακόμη περισσότερη δύναμη. Η στρατιωτική ικανότητα είναι ένα ιδιότυπο δαιμόνιο που δελεάζει τον κάτοχό του με την προοπτική των γρήγορων και δραματικών στροφών της μοίρας. Σχετικά με αυτό, ο Έλληνας φιλόσοφος Ηράκλειτος έγραψε τα εξής: «Ο πόλεμος είναι ο πατέρας όλων και ο βασιλιάς όλων : Άλλους έκανε θεούς και άλλους ανθρώπους, κάποιους δούλους και άλλους ελεύθερους».
Ενώ η οικοδόμηση της πολιτιστικής κληρονομιάς της Αρχαίας Ελλάδας απαιτούσε αιώνες υπομονετικής κοινοτικής προσπάθειας, μια επιτυχημένη στρατιωτική εκστρατεία θα μπορούσε σε λίγα χρόνια να καταπιεί μια ολόκληρη ξένη αυτοκρατορία. Ο Μέγας Αλέξανδρος έδειξε τη μεθυστική (και συνάμα μοιραία) έλξη της στρατιωτικής ανδρείας κατά τις εκστρατείες του εναντίον της Περσικής Αυτοκρατορίας. Αρχικά, ο ανίκητος Μακεδόνας κατακτητής πιθανώς υποκινήθηκε από αμυντικούς λόγους, δεδομένης της συνεχιζόμενης απειλής για περαιτέρω περσικές εισβολές.
Αυτοκρατορική υπέρβαση
Όταν όμως ο Αλέξανδρος είδε ότι οι Έλληνες οπλίτες του ήταν ανώτεροι από τις πολυεθνικές δυνάμεις του αυτοκράτορα Δαρείου Γ’, όρμησε θυελλωδώς εναντίον του εχθρού του, άρχισε να σκοτώνει και αποφάσισε να βάλει τέλος στην Περσική Αυτοκρατορία μια για πάντα. Αν και πολλοί από τους άνδρες και τους αξιωματικούς του προέτρεψαν τον αρχηγό τους να τερματίσει την εκστρατεία του και να επιστρέψει στην πατρίδα του, μετά τη νίκη τους εναντίον του Δαρείου, ο Αλέξανδρος παραδόθηκε στη γοητεία των οικουμενικών οραμάτων. Δεν μπορούσε να σταματήσει και οδήγησε τους απρόθυμους αλλά ακατάβλητους μαχητές του σε όλο και νεότερες κατακτήσεις. Η Αίγυπτος βρέθηκε στην τροχιά του Αλεξάνδρου, όπως και το Αφγανιστάν και διάφορα μέρη της Κεντρικής Ασίας πέρα από την Περσία. Οι δυνάμεις του Αλεξάνδρου εξαπέλυσαν ακόμη και μιαν εισβολή στην Ινδία, ελπίζοντας να κυριαρχήσουν σε όλη τη Νότια Ασία.
Προς το τέλος της σύντομης καριέρας του, ο Αλέξανδρος ο Πορθητής άρχισε να συμπεριφέρεται σαν να ήταν ένας νέος Πέρσης Αυτοκράτορας ή ένας Θεός. Συνέχισε να αυξάνει την αυτοκρατορική του δύναμη προσθέτοντας συνεχώς νέα, ετερογενή στοιχεία στο νέο του κράτος. Στα Σούσα το 324 π.Χ., ο Μακεδόνας πολέμαρχος διοργάνωσε ακόμη και έναν μαζικό γάμο των διοικητών του με τις κόρες υψηλόβαθμων Περσών αξιωματούχων για να υπογραμμίσει το όνειρό του για συγχώνευση της Ασίας με τον ελληνικό κόσμο.
Οι ιστορικές αφηγήσεις δείχνουν ότι η προσπάθεια του Αλεξάνδρου για παγκόσμια κυριαρχία συνέπεσε με το τέλος της κλασικής περιόδου της Αρχαίας Ελλάδας. Οι δημιουργικές αρετές και ενέργειες των Ελλήνων κατασπαταλήθηκαν στα πεδία των μαχών της Ασίας και η ίδια η Ελλάδα εισήλθε σε μια μακρά περίοδο παρακμής. Αιώνες αργότερα, όταν οι εξασθενημένες ελληνικές πόλεις-κράτη είχαν ενσωματωθεί στην επεκτεινόμενη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, οι Έλληνες εξακολουθούσαν να καταφέρνουν να κυριαρχούν σε πολλές πτυχές του ρωμαϊκού πολιτισμού και της μάθησης. Αν και οι Ρωμαίοι είχαν μεγάλη επιτυχία στην αντιγραφή, στην προσαρμογή και στη διατήρηση της ελληνικής κληρονομιάς, υστερούσαν σαφώς σε σχέση με τους Έλληνες στη δημιουργική τους ικανότητα. Αυτή η εκπληκτική ιδιότητα των Ελλήνων προφανώς έσβησε επί μακρόν, μαζί με την απώλεια του ανεξάρτητου πνεύματος των πόλεων-κρατών.
Αν συμφωνήσουμε ότι η μακροχρόνια δύναμη είναι ύψιστης τάξης, τότε θα καταλάβουμε ότι τα επιτεύγματα του Αλέξανδρου ήταν φευγαλέα. Επιδιώκοντας την προσωπική του δόξα, αυτός ο οικοδόμος της ελληνικής αυτοκρατορίας ουσιαστικά απεξάρτησε το πρόσωπό του από την αληθινή βάση της δύναμής του, δηλαδή από τις συγγενείς ελληνικές πόλεις-κράτη, και πιο συγκεκριμένα, τις δημογραφικές τους δυνατότητες. Ο ατρόμητος νεαρός κατακτητής θα έπρεπε να είχε στρέψει τις ενέργειές του ώστε να εδραιώσει τις νίκες του με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Αν ο Νικολό Μακιαβέλι ήταν σύγχρονός του, θα συμβούλευε τον ακαταμάχητο πολέμαρχο να εποικίσει τις γειτονικές ασιατικές περιοχές με Έλληνες αποίκους.
Αντίθετα, ο Αλέξανδρος σπατάλησε το χιλιάκριβο ανθρώπινο δυναμικό της Αρχαίας Ελλάδας για να ενισχύσει το ισόθεο προσωπικό του κύρος. Μετά το θάνατό του, στην πολύ νεαρή ηλικία των 33 ετών, η αυτοκρατορία του κατακυριεύθηκε από εσωτερική βίαιη διχόνοια που κράτησε επί μισόν αιώνα. Τελικά, οι πρόγονοί μας δεν μπόρεσαν να κρατήσουν ενωμένη και κυρίαρχη την αυτοκρατορική τους επικράτεια, η οποία κερματίσθηκε σε ανταγωνιστικά κρατικά συγκροτήματα που κλιμακωτά υπέκυψαν σε ποικίλους αντιπάλους. Μετά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, φρικτότερο εμφύλιο της ελληνική Ιστορίας, η επόμενη κρουνηδόν απώλεια ελληνικού αίματος στα πεδία μαχών της Ασίας οδήγησε στον κοινωνιοβιολογικό στραγγαλισμό του Ελληνισμού.
Α. Κωνσταντίνου