ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ ΕΘΝΩΝ-ΚΡΑΤΩΝ: Η Φιλελεύθερη Δημοκρατία στην υπηρεσία της Παγκόσμιας Ηγεμονίας

Οικειοποιήθηκαν το ιδεώδες της ελευθερίας ως πολιτικό όπλο

Όπως συμβαίνει συχνά στην ιστορία, το αφηρημένο «ιδεώδες της ελευθερίας» αποδείχτηκε θαυμάσια κατάλληλο για την κατεδάφιση υπαρχουσών καταπιεστικών δομών. Αλλά η νίκη συχνά συνοδευόταν από μιαν ιδιότυπη «μεσοβασιλεία», από ένα σκοτεινό πολιτικό κενό, το οποίο κάλυπταν πολύ γρήγορα αδίστακτοι άνθρωποι, που ήθελαν να μονοπωλήσουν την εξουσία για τον εαυτό τους. Οι Γάλλοι επαναστάτες ηγέτες ασπάστηκαν την ελευθερία, την ισότητα και την αδελφότητα και στη συνέχεια προχώρησαν στην έναρξη του αδλιστακτου Τρόμου, που σπάραξε κτηνωδώς τις ζωές δεκάδων χιλιάδων στη χώρα τους. Λίγα χρόνια μετά την ανατροπή της μοναρχίας, η νέα άρχουσα τάξη ανακάλυψε τον Ναπολέοντα, έναν τολμηρότατο και χαρισματικό στρατιωτικό δικτάτορα που κατάφερε να βάλει τέλος στην ατέρμονα και φρικώδη επαναστατική αναταραχή στη Γαλλία. Ο εμπνευσμένος πολιτικός και πολέμαρχος παρέσυρε τους πρωταθλητές της ελευθερίας για να ικανοποιήσει τη δίψα του για προσωπική δύναμη και δόξα και να πραγματοποιήσει τις εξωχώριες στρατιωτικές του περιπέτειες που θα επέκτειναν τη γαλλική επιρροή στο εξωτερικό.

Ο Ναπολέων, ο «Μέγας Κορσικανός» που κουβαλούσε το ιδεώδες της ελευθερίας στην σέλλα του πολεμικού ίππου του κατά τη διάρκεια των στρατιωτικών του εκστρατειών, είδε ότι αυτό θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως ένα αξιοθαύμαστο και χρησιμότατο μέσο για την προσέλκυση της λαϊκής υποστήριξης, μεταξύ των λαών που είχαν κουραστεί από την καταπίεση από τους τοπικούς πρίγκιπες και δούκες. Έτσι εκατοντάδες χιλιάδες ζωές θυσιάστηκαν στο όνομα της ελευθερίας.

Ομοίως, οι Ηνωμένες Πολιτείες κέρδισαν τον πόλεμο της ανεξαρτησίας τους ενάντια στην Αγγλία και ξεκίνησαν μια περίοδο 170 ετών οικονομικής επέκτασης, εδαφικής κατάκτησης και απόκτησης υπερπόντιων κτήσεων, που τελικά τις οδήγησαν στο καθεστώς μιας υπερδύναμης. Για να διατηρήσουν την κυρίαρχη θέση τους στον κόσμο, οι ΗΠΑ επενέβησαν στρατιωτικά σε ξένες χώρες περισσότερες από εκατό φορές από τότε που πέτυχαν την ανεξαρτησία τους από τη βρετανική κυριαρχία. Φυσικά, όλες αυτές οι παρεμβάσεις θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν ως ανιδιοτελώς διενεργηθείσες ….. για την υπεράσπιση της ελευθερίας.

Η άνοδος των νέων βιομηχανικών, εμπορικών και οικονομικών ελίτ

Η ανερχόμενη μεσαία τάξη της Δυτικής Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής άδραξε την αρχή της ελευθερίας ως τρόπο κινητοποίησης των μαζών ενάντια στην αριστοκρατική κυριαρχία. Η Ελευθερία έγινε ο πολιορκητικός κριός των νέων βιομηχανικών και εμπορικών ελίτ που πολεμούσαν την παλαιά τάξη πραγμάτων, η οποία εμπόδιζε την πρόσβασή τους στα νέα πλούτη και στην ισχύ της επερχόμενης εποχής της εκβιομηχάνισης.

Δυστυχώς, οι διαμορφωτές της δημοκρατίας δεν μπορούσαν να εκτιμήσουν επαρκώς τις συνέπειες της ανόδου των νέων βιομηχανικών, εμπορικών και οικονομικών ελίτ στον 19ο και στον 20ο αιώνα. Οι τελευταίοι βρήκαν στη φιλελεύθερη δημοκρατία ένα χρήσιμο μέσο για να αποδυναμώσουν την κυριαρχία της παλιάς τάξης και να παράσχουν αναμφισβήτητη «νομιμότητα» για την είσοδό τους στην ενεργό πολιτική ζωή. Η βιομηχανική επανάσταση οδήγησε σε ασύλληπτα επίπεδα παραγωγής και πλούτου, τα οποία κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα συγκεντρώθηκαν στα χέρια των νέων ελίτ, δηλαδή των βιομηχάνων μονοπωλίων και των χρηματιστών. Στις αρχές του 20ου αιώνα, αυτά τα χρηματικά συμφέροντα είχαν γίνει σαφώς η κυρίαρχη πολιτική δύναμη στις πιο ισχυρές βιομηχανικές χώρες : στη Μεγάλη Βρετανία, στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Γερμανία και στην Γαλλία.

Στην αρχή της βιομηχανικής επανάστασης, η πηγή του νέου πλούτου προερχόταν κυρίως από την παραγωγή εμπορευμάτων όπως τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, ο σίδηρος, ο άνθρακας και τα μηχανήματα. Η παραγωγή στην αρχή γινόταν από σχετικά μεγάλο αριθμό ανταγωνιστικών επιχειρήσεων. Με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο, οι ισχυρότεροι παραγωγοί αγόρασαν ή απώθησαν πολλούς από τους ανταγωνιστές τους, επιτυγχάνοντας έτσι μεγαλύτερο έλεγχο των τιμών και των κερδών. Στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα, το βιομηχανικό τοπίο χαρακτηριζόταν από καρτέλ, στα οποία μικροί αριθμοί ενοποιημένων επιχειρήσεων αντιπροσώπευαν το μεγαλύτεο μέρος του κύκλου εργασιών σε ζωτικούς τομείς όπως ο άνθρακας, ο χάλυβας, τα χημικά, οι σιδηρόδρομοι και η ναυτιλία. Το χρηματοοικονομικό κεφάλαιο αυξανόταν σε σημασία σε σχέση με το βιομηχανικό κεφάλαιο.

Οι νέοι βιομηχανικοί και οικονομικοί μεγιστάνες απέκτησαν σύντομα πολλά από τα γνωρίσματα της αριστοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων των ανακτορικών κατοικιών, των εξοχικών κτημάτων, των εκτεταμένων εκμεταλλεύσεων τέχνης, των σκαφών αναψυχής. Δεκάδες υπηρέτες κάλυπταν τις προσωπικές τους ανάγκες και την σωματική τους άνεση. Οι Κρουπ, οι Ρότσιλντ, οι Βάντερμπιλτ, οι Μέλον και οι Ροκφέλερ πολιορκούνταν ασταμάτητα από ζωγράφους, ηθοποιούς, χορευτές, συγγραφείς, ακαδημαϊκούς…. και πολιτικούς, που έβλεπαν στον υπέροχο πλούτο τους τα μέσα για να επιτύχουν τους δικούς τους μη υλικούς σκοπούς. Επίσης οι υπερπλούσιοι ίδρυσαν κολέγια και πανεπιστήμια ή αγόρασαν εφημερίδες, αποκτώντας έτσι και νέες διαστάσεις κοινωνικής ισχύος.

Στις αρχές του 20ου αιώνα, οι ΗΠΑ είχαν αποκτήσει τον πρώτο επίσημα αναγνωρισμένο «δισεκατομμυριούχο» στο πρόσωπο του Τζον Ντάβισον Ροκφέλερ, του μεγιστάνα του πετρελαίου. Τα προσωπικά του μερίδια (οι «εκμεταλλεύσεις»), αυτού του ενός και μόνο ανθρώπου, υπολογίστηκαν το 1913 ότι ισοδυναμούσαν με περίπου το 3 % του ΑΕΠ των ΗΠΑ !

Οι ιδιωτικές εταιρείες προσέλαβαν έως και δεκάδες χιλιάδες βιομηχανικούς και γραφειακούς – διοικητικούς υπαλλήλους, οι οποίοι εξαρτιόνταν από τις νέες ελίτ για τα προς το ζην τους και έτσι ήσαν υποχρεωμένοι να αντιμετωπίζουν την βούληση των εταιρικών ιδιοκτητών ως νόμο. Κανένα δημοκρατικό πνεύμα δεν καταδείχθηκε σε αυτό το μορφολειτουργικό πλαίσιο, ούτε στην εσωτερική λειτουργία των νέων επενδυτικών τραπεζών, εταιρειών ή εργοστασίων ούτε βεβαίως εκτός των αγορών στις οποίες κυριαρχούσαν τα αδίστακτα καρτέλ. Οι ανερχόμενοι βιομηχανικοί και οικονομικοί ολιγάρχες σύντομα συνήθισαν να εξασκούν απεριόριστα τη δύναμή τους στους υπαλλήλους τους, αλλά και την διαρκώς διευρυνόμενη επιρροή τους σε ευρύτερες κοινωνικές σφαίρες.

Οι νέες τεχνολογικές διαδικασίες αύξησαν σημαντικά την ποικιλία και την ποσότητα των εμπορευμάτων που παράγονται από τις βιομηχανικές επιχειρήσεις, ενώ ενίσχυσαν επίσης την ταχύτητα δημιουργίας πλούτου. Ταυτόχρονα, η βιομηχανική δραστηριότητα απαιτούσε μια συνεχώς αυξανόμενη ποικιλία και ποσότητα εισροών όπως πρώτες ύλες, μηχανήματα και εργατικό δυναμικό. Όλα αυτά έδωσαν ώθηση στις ανταλλακτικές σχέσεις, σε μιαν ολοένα ευρύτερη εδαφική βάση, πράγμα που σήμανε ότι η σημασία του χρήματος αυξήθηκε ραγδαία.

Η άνοδος της ισχύος του χρήματος

Το χρήμα είναι μια αφηρημένη, αναπαριστώμενη μορφή πλούτου και εξουσίας, η οποία, ως αναπαράσταση, φαινομενικά είναι αποστασιοποιημένη και ανεξάρτητη από τους περιορισμούς της πραγματικής φυσικής ισχύος, όπως η γη, οι πρώτες ύλες ή η αγροτική εργασία. Απαλλαγμένο από φυσικούς περιορισμούς, χωρίς να επιβαρύνεται από το φυσικό βάρος συγκεκριμένων αντικειμένων, το χρήμα διευκολύνει την ανταλλαγή και την κίνηση. Μπορεί αρκετά εύκολα και γρήγορα να μετατραπεί σε πρώτες ύλες, μηχανήματα, ενέργεια, εργατική δύναμη, συνάλλαγμα και να επιστρέψει ξανά στον αρχικό εαυτό του. Όντας μια φορητή, κινητή και μεταβλητή μορφή πλούτου, το χρήμα προσφέρεται επίσης πιο εύκολα γιά συσσώρευση, όχι μόνο «κάθετα» σε μια συγκεκριμένη σφαίρα βιομηχανικής ή επενδυτικής δραστηριότητας, αλλά και «οριζόντια», δηλαδή σε μιαν ολοένα ευρύτερη γεωγραφική σφαίρα.

Επομένως, ως απρόσωπη, λογιστική και απομονωμένη από τον άνθρωπο μορφή πλούτου, η χρηματική ισχύς αισθάνεται ελάχιστη ή καθόλου ηθική υποχρέωση απέναντι σε μια κοινότητα ή ακόμα και σε μια χώρα, στην οποία επιλέγει να δραστηριοποιηθεί. Εταιρείες πετρελαίου, εξόρυξης και ξυλείας, χρηματοδοτούμενες από τις αυξανόμενες επενδυτικές τράπεζες, κατέβηκαν στις αφρικανικές και ασιατικές αποικίες για να λεηλατήσουν τις πρώτες ύλες τους και στη συνέχεια αναχώρησαν για ….. άλλα αντικείμενα εκμετάλλευσης !

Αντίθετα, η παραδοσιακή αριστοκρατία αντλούσε τον πλούτο και την δύναμή της από συγκεκριμένες, αρκετά στατικές και γεωγραφικά οριοθετημένες πηγές, δηλαδή κτήματα, δάση, υδάτινα σώματα και φυσικά από τους αγρότες-παραγωγούς. Βεβαίως, ο κύκλος παραγωγής των κτημάτων ήταν ασύγκριτα πιο αργός από τη βιομηχανική παραγωγή, συχνά συμπίπτοντας με τις περιόδους ανάπτυξης των μεγάλων καλλιεργειών ή με την φυσική ωρίμανση των δασικών συστάδων.

Ως αποτέλεσμα, η βάση ισχύος της αριστοκρατίας ήταν πιο σταθερή και παγιωμένη, επομένως πιο δύσκολο να επεκταθεί ή να ενοποιηθεί απ’ ότι οι τραπεζικές καταθέσεις ή οι μετοχές και οι τίτλοι ιδιοκτησίας. Γενιές αριστοκρατών και των αγροτών υπηκόων τους ζούσαν στην ίδια γη και δεν μπορούσαν εύκολα να μετακινηθούν σε κάποιαν άλλη τοποθεσία. Τα κτήματα δεν μπορούσαν να πουληθούν ή να ανταλλαχθούν τόσο γρήγορα … όσο ένα φορτίο κάρβουνου ή ένας τόνος ινών βαμβακιού, επειδή μια μακροχρόνια ομογενοποιημένη κοινότητα εξαρτούσε εύλογα από αυτά τα κτήματα την ίδια την ύπαρξή της.

Οι τράπεζες, οι οποίες αρχικά ενεργούσαν απλώς ως μεσάζοντες και διευκολυντές της βιομηχανικής και εμπορικής δραστηριότητας, εκμεταλλεύτηκαν ακολούθως την στρατηγική τους θέση για να συσσωρεύσουν γρήγορα μερίδια βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων. Στα μέσα του 19ου αιώνα, ο Γάλλος τραπεζίτης Τζέιμς ντε Ρότσιλντ, μέλος της θρυλικής δυναστείας των Ρότσιλντ με παραρτήματα στην Αγγλία, στην Γερμανία και στην Ιταλία, είχε συγκεντρώσει περιουσιακά στοιχεία συνολικού ύψους 600 εκατομμυρίων φράγκων (!), επενδύοντας μεγάλες επενδύσεις στους ραγδαίως αναπτυσσόμενους κλάδους των σιδηροδρόμων και των ορυχείων της Γαλλίας. Το ποσό αυτό αναφέρεται πως ξεπερνούσε τον συνολικό πλούτο όλων των άλλων Γάλλων τραπεζιτών εκείνη την εποχή !

Στην Γερμανία, στις αρχές του 20ου αιώνα, οι εννέα μεγαλύτερες τράπεζες του Βερολίνου είχαν καταφέρει να ιδιοποιηθούν περισσότερο από το 80 τοις εκατό του συνολικού τραπεζικού κεφαλαίου αυτής της χώρας.

Αυτά τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είχαν επίσης αποκτήσει αποτελεσματικό έλεγχο (μέσω της ιδιοκτησίας μετοχών και των χορηγηθέντων δανείων) σε μεγάλους τομείς της γερμανικής βιομηχανίας και εμπορίου. Οι γερμανικές, γαλλικές, βρετανικές και αμερικανικές τράπεζες ασκούσαν επίσης τεράστια επιρροή στο εσωτερικό και στο εξωτερικό παρέχοντας πιστώσεις σε κυρίαρχες κυβερνήσεις.

Ο καπιταλισμός ξεφεύγει από τα εθνικά του όρια

Η πρόσφατα αποκτηθείσα οικονομική δύναμη πρωτοφανούς μεγέθους επέτρεψε στους νεόπλουτους να αγοράσουν τεράστια κοινωνική «επιρροή» μέσω της ιδιοκτησίας του Τύπου και των «συνεισφορών» τους στα πολιτικά κόμματα. Οι υπερπλούσιοι κυριάρχησαν τελικά στις εθνικές κυβερνήσεις, αν και η πολιτική εξουσία υποτίθεται ότι …. ελεγχόταν από τους πολίτες ως σύνολο.

Καθώς η δύναμη των εταιρειών, των εμπορικών οίκων και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων αυξανόταν σταθερά, οι ιδιοκτήτες τους έγιναν «διεθνείς παίκτες» που σύντομα θεώρησαν τις εθνικές αγορές πολύ ασήμαντες για τις φιλοδοξίες τους. Μεγιστάνες της βιομηχανίας, των ορυχείων, του χάλυβα, των σιδηροδρόμων και της ναυτιλίας επεκτάθηκαν σε όλο τον κόσμο αναζητώντας πρώτες ύλες και αγορές. Από κοντά ακολουθούσαν οι εθνικές τους κυβερνήσεις, οι οποίες τον 19ο αιώνα ίδρυσαν προς όφελος των τραπεζικών, μεταλλευτικών, βιομηχανικών και ναυτιλιακών συμφερόντων τεράστιες αποικίες στην Αφρική και στην Ασία και τις ενσωμάτωσαν στις αντίστοιχες εθνικές οικονομικές τους περιοχές.

Μέχρι το 1914, η (τότε Μεγάλη) Βρετανία είχε αποκτήσει συνολικά 33,5 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα αποικιακής επικράτειας, ενώ η Γαλλία είχε 10,6 και η Γερμανία 2,9 εκατομμύρια. Εκατομμύρια αποικιακών υπηκόων μόχθησαν για τα κέρδη των υπερ-πλούσιων. Ο αυξανόμενος ανταγωνισμός των καπιταλιστών για τις αποικίες και η πρόσβαση στο υπερπόντιο εμπόριο και τις αγορές ήταν μια από τις κύριες αιτίες του Πρώτου Μεγάλου Πολέμου.

Η τεράστια εδραίωση της ιδιωτικής οικονομικής δύναμης παραμέρισε ασυνήθιστα την κυρίαρχη ιδέα της «Ισορροπίας» και άνοιξε το δρόμο για την διεθνοποιημένη παγκόσμια ηγεμονία στον 20ο αιώνα, αυτήν που σήμερα αναγνωρίζουμε ως «Παγκοσμιοποίηση».

Αν και το δεύτερο ήμισυ του 20ου αιώνα σημαδεύτηκε μετά την λήξη του Β’ Μεγάλου Πολέμου από εκτεταμένη «αποαποικιοποίηση», (η οποία και τερμάτισε την επίσημη κυριαρχία των ευρωπαϊκών κρατών στις αποικίες τους), οι μεγαλύτερες επενδυτικές τράπεζες και εταιρείες δεν εγκατέλειψαν τον οικονομικό έλεγχο στις οικονομίες πολλών πρόσφατα «ανεξάρτητων» αφρικανικών και ασιατικών χωρών. Καθώς ο εθνικός κρατικός έλεγχος στις αποικίες υποχώρησε περαιτέρω, πολλές μεγάλες εθνικές εταιρείες έγιναν πολυεθνικές εταιρείες μέσω της πώλησης μετοχών της εταιρείας σε ξένα υποκείμενα και μέσω των συγχωνεύσεων και εξαγορών. Στην περίοδο της δραματικής οικονομικής επέκτασης της Διεθνούς Πλουτοκρατίας μετά τον Β’ Μεγάλο Πόλεμο, αυτές οι πολυεθνικές συνέχισαν να αναπτύσσονται, καθιστάμενες σε πολλές περιπτώσεις τόσο μεγάλες, ώστε οι προϋπολογισμοί λειτουργίας τους ξεπέρασαν τα σύνολα εσόδων των κυβερνήσεων των πρώην αποικιών ή ακόμα και τα επίπεδα του ΑΕΠ τους.

Στην ίδια την «Δυτική Ευρώπη» (όπου και η Ελλάς ως …. «ανήκουσα εις την Δύσιν»), κατά την μεταπολεμική εποχή, οι πολυεθνικές εταιρείες και οι τράπεζες άρχισαν προσχεδιασμένα να εργάζονται επιμελώς για να αποδυναμώσουν τον εθνικό έλεγχο της κυκλοφορίας αγαθών, υπηρεσιών, προσώπων και κεφαλαίων πέρα από τα εθνικά σύνορα.

Στην συνακόλουθη διαδικασία «τόνωσης του εμπορίου και των επενδύσεων», (χωρίς φυσικά να λαμβάνονται υπόψη τα εθνικά οικονομικά συμφέροντα), οι νέες πολυεθνικές ελίτ υπονόμευσαν σταδιακά την όποια δύναμη των δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων και τελικά τον λόγο ύπαρξης εθνικών κρατών.

Η παγκοσμιοποίηση υποκαθιστά σταδιακά την ατομική ελευθερία

Η άνοδος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η διασύνδεση των ελεύθερων συναλλαγών στο πλαίσιο της Συμφωνίας Ηνωμένων Πολιτειών-Μεξικού-Καναδά (USMCA) είναι θεμελιώδη παραδείγματα του πώς τα διεθνή επιχειρηματικά συμφέροντα διαμορφώνουν καταφανώς αντιδημοκρατικά, αλλά στο όνομα της «Δημοκρατίας» τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά πεπρωμένα εκατοντάδων εκατομμυρίων κατοίκων της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής. Αυτή η διαδικασία υπονόμευσης της ισχύος των εθνικών κρατών και της ταυτόχρονης εδραίωσης της ιδιωτικής οικονομικής και πολιτικής ισχύος σε διεθνή κλίμακα, είναι η πεμπτουσία της παγκοσμιοποίησης. Αν και οι εξωτερικές μορφές, τα «κελύφη» εθνικής κυριαρχίας και δημοκρατικής διαβούλευσης έχουν ακόμη διατηρηθεί, οι πιο σημαντικές αποφάσεις λαμβάνονται πλέον από τις διεθνείς οικονομικές και επιχειρηματικές ελίτ, που συναντώνται σε ιδιωτικές αίθουσες συνεδριάσεων, συλλόγους και συνέδρια.

Είναι προφανές ότι η παγκοσμιοποίηση και οι αρχιτέκτονές της δεν θα ησυχάσουν έως ότου καταστραφούν οι Λαϊκές Κοινότητες κι ολόκληρη η ανθρωπότητα συγκεντρωθεί σε μιαν αντιφυσική και ανιστορική «παγκόσμια κοινότητα», που θα διοικείται από μια παγκόσμια κυβέρνηση η οποία φανερά θα ενδιαφέρεται για την παγκόσμια ευημερία, αλλά στην πραγματικότητα θα υπόκειται καθ΄ολοκληρία στον απόλυτο έλεγχο ανεξέλεγκτων επιχειρηματικών συμφερόντων των Διεθνών Επικυριάρχων.

Πάνω από διακόσια χρόνια μετά την καθιέρωσή της ως κυρίαρχη ιδεολογία, η φιλελεύθερη δημοκρατία ουσιαστικά έχει γίνει ένας μανδύας πίσω από τον οποίο ισχυρά εταιρικά και οικονομικά συμφέροντα κάνουν μια πολύ σοβαρή και καλομελετημένη προσπάθεια για την παγκόσμια ηγεμονία. Και μόνον αν αναφερόμαστε σ’ αυτό το τρομακτικό πλέγμα ισχύος της Παγκόσμιας Οικονομικής Δύναμης που διενεργεί την Παγκοσμιοποίηση είναι αρκετό : Αυτομάτως, εκατοντάδες «εκθέματα της πινακοθήκης των ηλιθίων», πρόθυμοι μικρονοϊκοί, … παρανοειδείς, …. άμισθοι ψυχοπαθητικοί εθελοντές ,… χομπίστες ρουφιάνοι ή αργυρώνητοι προοδευτικοί υπερδημοκράτες, σπεύδουν να διασώσουν την παγκόσμια πρόοδο και την δημοκρατία κι αρχίζουν τις κατάρες και τις τσιρίδες για δόλια συνομωσιολογία, ψυχοπαθητικό σκοταδισμό, αντιδραστική παρελθοντολογία, συγκαλυμμένο αντισημητισμό (;) κλπ.

Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης η αρχική έννοια της ατομικής ελευθερίας, ισχυρά εδραζόμενη σε εξισωτικές, αυτάρκεις δημοκρατίες και κατέχοντας από εκεί κυριαρχικά δικαιώματα έναντι άλλων εθνών, έχει χάσει τον προσανατολισμό της. Η απεριόριστη κινητικότητα του κεφαλαίου και της εργασίας, που θεωρούνται βασικές προϋποθέσεις για την οικονομική πρόοδο, έχουν δημιουργήσει ένα α-πρόσωπο κι «εξατομικευμένο» άτομο που χάνει ραγδαία την ικανότητά του να εμπεδώνει την ισχύ του μέσα σε ανθεκτικές ενώσεις και κοινότητες. Χωρίς την υποστήριξη των φυσικών και ιστορικών ενώσεων και κοινοτήτων, σταθερών και με αυτοπεποίθηση, το άτομο είναι ολότελα ανίσχυρο απέναντι στη συγκεντρωμένη δύναμη των διεθνών επιχειρηματικών συμφερόντων και των πρακτόρων τους στους διεθνείς οργανισμούς.

Αν οι προηγούμενοι υπερασπιστές της ατομικής ελευθερίας αντιτάχθηκαν αποφασιστικά στην υπερβολική συσσώρευση κυβερνητικής εξουσίας, τότε στην εποχή μας οι ιδεολόγοι της ψευδοελευθερίας έχουν παραδοθεί άνευ όρων στη συγκεντρωμένη ιδιωτική εξουσία των διεθνών χρηματικών συμφερόντων. Η συγκέντρωση της οικονομικής δύναμης συνεχίζεται αμείλικτα στις μέρες μας, όπως μπορεί να φανεί από την εμφάνιση τριών εταιρειών διαχείρισης επενδύσεων (BlackRock, Vanguard και State Street), οι οποίες μαζί έχουν υπό διαχείριση τουλάχιστον 15 τρισεκατομμύρια δολάρια ενεργητικού, που ισούται με ποσοστό 75 % του συνολικού ΑΕΠ των ΗΠΑ ! Αυτά τα τρία χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν σημαντικές μερίδια και επομένως εξαιρετικά ισχυρή επιρροή, στο 88 τοις εκατό από τις 500 μεγαλύτερες εταιρείες που διαπραγματεύονται στα αμερικανικά χρηματιστήρια. Ο Μολώχ είναι εδώ ! Λατρεύεται από τις αποξενωμένες και απεθνικοποιημένες μάζες και κυβερνάει τον πλανήτη μέσα από τον ναό της πολυπολιτισμικότητας !

Κάθε έλλογη επιφύλαξη, κάθε περίσκεψη έχει χαθεί ! Έχει δρομολογηθεί μια νέα ιστορική πορεία – η υποταγή της ανθρωπότητας στην απεριόριστη δύναμη των χρηματικών συμφερόντων. Βεβαίως, οι απολογητές της παγκοσμιοποίησης συνεχίζουν …. να ορκίζονται πίστη στην «αρχή της ατομικής ελευθερίας». Αλλά έχουν ξεκινήσει τη διαδικασία εξασθένισής της ισχύος της ως της κατεξοχήν κυρίαρχης αρχής. Βεβαίως δεν είναι ακόμη σαφές ποια συνθήματα ή αρχές θα ασπαστούν οι ηγεμονιστές για να υποκαταστήσουν ή να συμπληρώσουν την ελευθερία ως νομιμοποιητική ιδέα της κρατικής εξουσίας. Προς το παρόν, οι παγκοσμιοποιητές επιμένουν ότι μόνον η παγκόσμια οικονομική και πολιτική ολοκλήρωση μπορεί να εξασφαλίσει ότι το άτομο θα έχει το ευρύτερο δυνατό εύρος ελευθερίας για εργασία, εμπόριο, επενδύσεις, σπουδές, ταξίδια και διακοπές.

Έτσι, οι έννοιες της παγκόσμιας ενότητας, της ειρήνης και της ευημερίας έχουν αναδειχθεί ως οι απαραίτητες προϋποθέσεις για την «πρόοδο» του ατόμου, την «προστασία των δικαιωμάτων» του και, τελικά, τη διασφάλιση της ελευθερίας του, τουλάχιστον τυπικά. Η πίστη στον διεθνισμό ενισχύεται από ρόδινα οράματα του ουρανού πάνω από μια καταπράσινη «οικολογική» γη, στην οποία οι εθνικοί ανταγωνισμοί και οι πόλεμοι θα έχουν οριστικά εξοριστεί, ενώ οι πόροι της γης θα γίνουν διαθέσιμοι σε όλες τις φυλές !

Α. Κωνσταντίνου 

Similar Posts