EPILOGIKA

ΕΠΙΛΟΓΙΚΑ

Μέρος 1

Ο κόσμος αλλάζει και δη λίαν ταχέως. Είναι αδύνατον να το αρνηθούμε. Παραφράζοντες τον Ρώσον ιστορικόν Αντρέι Ιλιτς Φούρσοφ 1 (Андре́й Ильи́ч Фу́рсов), δυνάμεθα να ειπούμε πως αυτή η αναπόφευκτος σοβούσα αλλαγή έχει προκαλέσει φόβον και άγχος. Σε καμία προηγουμένη εποχή δεν υπήρχεν τόσον μεγάλη ανασφάλεια όσον στην παρούσα χρονική στιγμή. Βεβαίως, υπήρξαν πολυποίκιλες σημαντικές πολιτικές και κοινωνικές εξεγέρσεις οι οποίες ανετάραξαν τον κόσμον μας την τελευταία δεκαετία, αλλά τίποτα όπως συμβαίνει τώρα. Ο γνωστός κόσμος ευρίσκεται σε διαδικασίαν αποσυνθέσεως και εξαφανίσεως.

Οι κοινωνιολόγοι, οι πολιτικοί επιστήμονες, οι οικονομολόγοι και οι κοινωνικοί μηχανικοί δεν αναλύουν τόσον τον σημερινό κόσμον, αλλά μάλλον με πνευματική νωθρότητα, εξετάζουν τον χθεσινό κόσμον. Επίσης βεβαίως, οι ανθρωπιστικές και κοινωνικές σπουδές προσφέρουν αναντιρρήτως στον ερευνητή ένα ευρύτερον πανόραμα στον κόσμον του χθες, ο οποίος όμως έχει ήδη παρέλθει και δεν θα επιστρέψει ποτέ. Η νοσταλγία είναι ευγενής θλίψη. Η εμμονική προσπάθεια χωροχρονικώς εκτόπου αναπαραγωγής είναι πολιτικόν έγκλημα.

Η επιστήμη, στην τρέχουσα κατάστασή της, δεν ημπορεί να προσεγγίσει τις βαθείες παγκόσμιες καλπαστικές αλλαγές που μας περιβάλλουν. Αυτό το χάσμα, μεταξύ της νυν πραγματικότητός μας και του κόσμου του εγγύς μέλλοντος, διευρύνεται για τρεις λόγους : Πρώτον, οι αλλαγές στον κόσμο επιταχύνονται φρενήρως. Δεύτερον, στον σύγχρονο κόσμο υπάρχουν πολλές ισχυρές και σημαίνουσες διεθνώς επιδρώσες δυνάμεις, οι οποίες ενδιαφέρονται να αποκρύπτουν την ουσία και την κατεύθυνση των τεκταινομένων διαδικασιών, καθώς και να συσκοτίζουν επιτυχώς την πραγματικότητά μας. Και τρίτον, αν και η τρέχουσα εποχή σχεδόν τελειώνει, μέχρι τούδε συνεχίζουμε να έχουμε μια πολύ πτωχήν αντίληψη της ουσίας της.

Τα έτη διδάσκουν πολλά από αυτά που δεν εγνώρισαν οι ημέρες. Η κατανόησή μας για τα μαθήματα της ιστορίας έρχεται συνήθως σε εμάς ως σύνολον, ως «συλλογικήν ανθρωπότητα», αλλά μόνον υπό το πρίσμα της αρχαίας εποχής, όταν είναι πλέον πολύ αργά για να αλλάξουμε το πεπρωμένο μας. Για να κατανοήσουμε την ουσία της νέας εποχής ή, τουλάχιστον,για να πλησιάσουμε την κατανόηση του τι έρχεται στο εγγύς μέλλον, πρέπει πρωτίστως να καθορίσουμε σαφώς τι φεύγει και γιατί. Στο πλαίσιον της ερευνητικής προσεγγίσεώς μας, αυτό σημαίνει να ορίσουμε τα βασικά συστατικά της νεωτερικότητος κατά την εποχήν του «ευλαβούς αποχαιρετισμού» της και ταυτοχρόνως να ορίσουμε τα βασικά συστατικά του «ευλαβούς αποχαιρετισμού» του καπιταλισμού, του οποίου υπήρξαμε όλοι μάρτυρες και ενεργούμενα.

Συλλογικώς, (ως «ανθρωπότης»), αφήσαμε ήδη τον αρχαίον κόσμον, ωστόσον, δεν έχουμε εισέλθει ακόμα στον νέο. Υπό την προϋπόθεση ότι οι λοιποί όροι θα μείνουν ως έχουν και άνευ μεταβολής των πραγμάτων, τώρα ζούμε ανάμεσα σε δύο κόσμους, σε μια χρονολογική διακλάδωση. Αυτή η κατάσταση προσφέρει φανταστικές ευκαιρίες στον προσεκτικό παρατηρητή της ιστορίας και των κοινωνικών συστημάτων: Έως τούδε το παρελθόν δεν απέδραμεν εντελώς, οι σκιές και τα αρώματα του εξακολουθούν να επιβιώνουν σε απόσταση. Υπ΄ αυτήν την έννοιαν, η μνήμη δεν είναι αναζήτηση της αληθείας, αλλά απόρριψη του θανάτου. Είναι μία ματαία απόρριψη με την κυριολεκτικήν έννοια, διότι τίποτα απολύτως δεν θα επαναφέρει το παρελθόν.

Μακράν οιουδήποτε ιδιοτύπου ευχερούς «πνευματισμού», το παρελθόν μας ομιλεί, μας συμβουλεύει μέσω της μνήμης, μέσα από την συνήθως βραδύνασα αλλά ενίοτε φωτεινή κατανόηση του τι υπήρξεν κάποτε, αλλά ουδέποτε θα υπάρξει πάλιν. Ο σχεδιασμός της θεματικής μας αναζητήσεως πρέπει να υποστηρίζει έναν σταθερότυπο, ένα μοτίβο ανακτήσεως της απωλείας και ίσως την μόνην εφικτή ανάκτηση της απωλείας. Η απώλεια είναι ανεπανόρθωτος και μη αναστρέψιμος, συνεχίζεται ακατάπαυστος, είναι ένα πρόσωπο που διασπάται απείρως στον καθρέφτη.

Αν καταγράψουμε αυτήν ακριβώς την στιγμή και κοιτάξουμε στο μέλλον μέσω του πρίσματος της αναπτύξεως του καπιταλιστικού συστήματος στην σύγχρονο εποχή (1789-1991), θα ιδούμε ότι κάθε νέο σύστημα προκύπτει ως μέρος της εξαλείψεως των αντιφάσεων του προηγούμενου του. Η σύγχρονος κοινωνία και το καπιταλιστικό σύστημα δεν αποτελούν εξαίρεση και κατά το πλείστον, ο μετα-καπιταλισμός, η μεταμοντέρνα τάξη, ημπορεί να γίνει κατανοητή από την λογικήν της αναπτύξεως του προκάτοχού της.

Μέσα από το πρίσμα των τάσεων αναπτύξεως του καπιταλιστικού συστήματος της συγχρόνου εποχής, το οποίον συγκλίνει σε ένα σημείον, το σημείον της «διακλαδώσεως» καπιταλισμού παλαιού και νέου τύπου (1975-2025), βλέπουμε ότι αυτή είναι η χρονική στιμή της αιωνιότητος, ο κόσμος μεταξύ του παρελθόντος και του μέλλοντος, ο «ενδιάμεσος» κόσμος. Με αυτό το πλαίσιο θα προσπαθήσουμε να εξετάσουμε το επερχόμενο μέλλον ως μία κρίση επαναλαμβανομένων αποκαλύψεων από αλληλοδιάδοχες «μπαμπούσκες» 2, τις ιδιότυπες ξύλινες ρωσικές λαϊκές κούκλες και να σκεφθούμε περί της πιθανής φύσεώς του.

Η εφαρμογή της «αρχής της ρωσικής κούκλας», της μπαμπούσκα, σημαίνει πως το ερευνητικό ερώτημα θα απαγκιστρωθεί από την αρχική του συνολική δήλωση σε ένα δρώμενο που απομακρύνει την επιπλοκή των διαδοχικών στρωμάτων και των ασαφειών μέχρι την ιδία την ουσία – την καρδία – του ερωτήματος, το οποίον ημπορεί πλέον να εκφρασθεί πληρέστατα, εξετασθέν έως της ελαχίστης λεπτομερείας του

Για μερικούς εξ υμών, η προτεινομένη εργώδης, ρηξικέλευθος και ασυνήθης ανάλυση αυτού του τύπου, απότοκος ατύπου ισχυράς καχυποψίας, θα ημπορούσε να φανεί εν τέλει ωσάν αυτό που ο διάσημος Πολωνοεβραίος συγγραφεύς μελλοντολογικής και επιστημονικής φαντασίας Στάνισλαβ Χέρμαν Λεμ (Stanisław Herman Lem) απεκάλει «Μέλαν όραμα» (Czarna wizja), μία ζοφερά και άπελπις, όλως δυστοπική και τοξική πραγματικότης. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον τολμώ συνεπώς να αναρωτηθώ : Ti είναι άραγε καλύτερον; Η διαρκής ακάμτος προετοιμασία μας για το χειρότερον ή μήπως μια πορεία ζωής με το ανέμελον και εύχαρι «σύνδρομον του Σιδονίου Απολλινάρις» ;

[O Γάιος Σόλλιος Μόδεστος Απολλινάρις Σιδόνιος ήταν ένας Ρωμαίος ποιητής, διπλωμάτης και … επίσκοπος που έζησε την παραμονήν της καταστροφής της Ρώμης από τους Βαρβάρους. Ο γενναίος μεν αλλα και … υπεραισιόδοξος πατρίκιος προσέλαβεν τα δρώμενα της εποχής του με έναν όντως αβαθή και μυωπικόν τρόπον, τον οποίον απέδωκε περιγράφων σε πολλές επιστολές και ποιήματά του μιαν …. ένδοξο και ειρηνική εικόνα της ρωμαϊκής ζωής, ενώ εξεπτύσσετο το πρελούδιον θανάτου του ρωμαϊκού πολιτισμού].

Φρονώ ότι η απάντηση στο προαναφερόμενο ρητορικόν δίλημμα πρέπει να είναι το ρωμαϊκόν ρητόν «ο προειδοποιηθείς είναι οπλισμένος» («praemonitus praemunitus»), που συνιστά συνάμα και ιστορικόν κανόνα επιβιώσεως. Βεβάιως θα ήμουν ευτυχής να σφάλλω ολότελα στις συνήθως απαισιόδοξες προβλέψεις μου περί το ιστορικό δρώμενο ή και κάποιος να επισημάνει τα λάθη μου, ώστε να απαλλάξω τον δρόμο μου από αυτά. Αφ΄ετέρου όμως, έχοντες ακριβώς μιαν σαφή εικόνα των ψευδαισθήσεων του κόσμου, δηλαδή, έχοντες το θάρρος να γνωρίζουμε, καλύπτουμε μιαν απαραίτητο προϋπόθεση ώστε να διαθέτουμε το θάρρος της Υπάρξεως.

Ο χρόνος και ο χώρος είναι οι οπτόπλινθοι ενός κόσμου όπου από καιρού έχει επέλθει κάθε είδους ζημία. Εκεί, στο ανάχωμα των συντριμμάτων που ονομάζουμε ιστορία, στο οποίον όμως αντιπροσωπεύονται επίσης και οι επιτυχίες μας. Στην πραγματικότητα, αυτά τα συντρίμματα είναι οι επιτυχίες μας. Όπως και ο παρελθών χρόνος, διατηρούν την ακατάλυτo μαγεία που καθιστά τον κόσμον μας αυτό που ήταν.

Σε αντίθεση με την σκέψη του Μαρξ, ο οποίος επίστευεν ότι ένα σύστημα απέθανεν όταν οι υποκείμενες αντιφάσεις του επεδεινώθησαν (γι ‘αυτόν ήταν μια αντίφαση μεταξύ παραγωγικών δυνάμεων και σχέσεων παραγωγής), στην πραγματικότητα το σύστημα πεθαίνει όταν εξαφανίζεται. Η θεμελιώδης αντίφαση, μορφοποιήτρια του συστήματος, αναπτύσσεται. Κατόπιν, όταν εκείνο αποφασίζει την περαιτέρω ανάπτυξή του, εξαλείφει αυτήν την αντίφαση και εφαρμόζει το κοινωνιοπλαστικό του πρόγραμμα. Η επιδείνωση των συστημικών αντιφάσεων οδηγεί στην ενδοσυστημική, δηλαδή στην δομική κρίση, που συμβαίνει όταν μια νέα δομή αντικαθιστά την άλλην, συνήθως με ένοπλον επαναστατικό τρόπο.

Μια συστημική κρίση κατ’ ουσίαν προκαλείται από την άμβλυνση, εξασθένηση και υποχώρηση μιας βασικής αντιφάσεως. Αυτή η άμβλυνση γενικώς συνοδεύεται όχι τόσον από μιαν έκρηξη και ένα σπαρακτικόν ολολυγμόν, αλλά από μιαν επιτήδειο απόδοση της πραγματικότητος όπως επί παραδείγματι με την λέξη «Vixerunt», λατινιστί : «έζησαν», ως υποκατάστατον του «τώρα είναι νεκροί».

Αυτή εχρησιμοποιήθη ευφημιστικώς από τον Μάρκο Τύλλιο Κικέρωνα για την ενημέρωση του ρωμαϊκού λαού, μετά την εκτέλεση των κατιλινικών συνωμοτών Πουμπλίου Κορνηλίου Λεντούλου Σούρα, Στατιλίου Ταύρου, Γαΐου Κορνηλίου Κετέγου, Πουμπλίου Γκαμπινίου Καπίτωνος και Μάρκου Καιπαρίου.

Ο κόσμος μας περνάει τις τελευταίες δεκαετίες σχετικής ηρεμίας πριν από την επερχομένη νέα «κρίση Μπάμπουσκα», μια κρίση που δεν θα έχει σύγκριση με καμμίαν άλλη προηγηθείσα και η οποία προφανώς θα καταστρέψει όχι μόνον τον καπιταλισμό με όλους τους υπερασπιστές και τους αντιπάλους του, αλλά μαζί και όλους τους διατηρουμένους μετανεολιθικούς πολιτισμούς. Εάν η ανθρωπότης κατορθώσει πάλιν να επιβιώσει, ακόμη και αν μειωθεί σε απόλυτον αριθμόν ο πληθυσμός της, μεταξύ 500 και 1000 εκατομμυρίων ανθρώπων, η νέα κοινωνία θα είναι πιθανότατα διαφορετική από τον νυν φθίνοντα «πολιτισμόν των πυραμίδων» (υπό την έννοιαν ότι οι αιγυπτιακές πυραμίδες είναι το κύριο σύμβολον ολοκλήρου της μετανεολιθικής εποχής), με τον ίδιον τρόπο που εκείνη υπήρξεν όλως διαφορετική από την παλαιολιθική.

Αθανάσιος. Κωνσταντίνου


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

  1. Αντρέι Ιλιτς Φούρσοφ – Σοβιετικός και Ρώσος επιστήμων – ιστορικός, κοινωνικός φιλόσοφος, δημοσιογράφος. Διευθυντής του Κέντρου Ρωσικών Σπουδών του Ινστιτούτου Θεμελιωδών και Εφηρμοσμένων Μελετών του Ανθρωπιστικού Πανεπιστημίου της Μόσχας από το 2007. Αναπληρωτής Καθηγητής του Τμήματος Ιστορίας της Εγγύς και Μέσης Ανατολής του Ινστιτούτου Ασιατικών και Αφρικανικών Σπουδών του Κρατικού Πανεπιστημίου Λομονόσωφ της Μόσχας (1994 – 2019). Επικεφαλής του Τμήματος Ασίας και Αφρικής (1990-2017) και μέλος του Ακαδημαϊκού Συμβουλίου (μέχρι το 2017) του Ινστιτούτου Επιστημονικών Πληροφοριών για τις Κοινωνικές Επιστήμες της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών.
  2. Μια κούκλα ματριόσκα , γνωστή στα ελληνικά και ως μπαμπούσκα, είναι μια σειρά από ξύλινες κούκλες διαστάσεων που μειώνονται και τοποθετούνται (εμφωλεάζονται) η μια μέσα στην άλλη. Το όνομα «ματριόσκα» (матрёшка), κυριολεκτικώς «ψηλομύτα», είναι υποκοριστική μορφή του ρωσικού θηλυκού ονόματος «Ματριόνα» ή «Ματριόσα». Ένα σύνολον ματριόσκα/μπαμπούσκα αποτελείται από μια ξύλινη εικόνα, της οποίας χωρίζεται το άνω από το κάτω μέρος, ώστε να αποκαλύψει ένα μικρότερο σχήμα με το ίδιο είδος μέσα της, με την ιδίαν ακριβώς εικόνα, η οποία, με την σειράν της, έχει μιαν άλλη εικόνα στο εσωτερικό της, και ούτω καθεξής.

Similar Posts