Εμφανείς και αφανείς δραστηριότητες [ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ ζ’]
Μέρος 7
Η Μεταπολιτική συσχετίζεται και με εκτενέστερα και βαθύτερα δρώμενα της πολιτικής ζωής των εθνών. Για την περαιτέρω διείσδυση επ΄αυτής της διαπιστώσεως θα χρησιμοποιήσω εδώ μια παρατήρηση την οποία διενήργησε προ δύο αιώνων εκείθεν του Ατλαντικού ένας σημαντικός Αμερικανός στοχαστής επί των ημερών του, ο Ρόμπερτ Λιούις Ντάμπνεϋ. Αυτός το 1897 «επροφήτευσεν» τον θρίαμβον της εκστρατείας του δικαιώματος γυναικείας ψήφου, χρησιμοποιών την γενική του εκτίμηση περί της Ιστορίας και περί του χαρακτήρος της μοναδικής δυνάμεως η οποία αντετίθετο στο δικαίωμα αυτό: ήτοι περί του συντηρητισμού, στον αμερικανικό βορά. [Ο Ρόμπερτ Λιούις Ντάμπνεϋ (1820-1898) ήταν θεολόγος και πάστωρ των Νοτίων Πρεσβυτεριανών, στρατιωτικός ιερεύς του Νοτίου Συνομοσπονδιακού Στρατού, και αρχιτέκτων. Υπήρξεν επιτελάρχης και εξόχως επιτυχής βιογράφος του ήρωος του Νότου Στρατηγού Στόουνγουολ Τζάκσον].
Έγραφεν λοιπόν ο πολυμήχανος άνδρας περί της συντηρητικής παρατάξεως: «Είναι ένα κόμμα το οποίον εν τέλει ουδέποτε συντηρεί τίποτε. Η ιστορία του συνίσταται στο ότι υποτιμά διαρκώς κάθε είδος επιθετικότητος εκ μέρους των προοδευτικών και αποσκοπεί να διασώσει την πίστη του με ένα αρκετά μεγάλο ποσό γρυλισμάτων, όμως πάντοτε συναινεί εν τέλει στην οιανδήποτε καινοτομία. Αυτό που χθες ήταν μία καινοτομία στην οποίαν αντεστέκετο, σήμερον είναι μία από τις αποδεκτές αρχές του Συντηρητισμού. Τώρα είναι κανείς Συντηρητικός μόνον όταν προσπαθεί να αντισταθεί στην επομένη επερχομένη καινοτομία, την οποίαν αύριον θα εξαναγκασθεί να δεχθεί από την δειλία του και την οποίαν θα ακολουθήσει κάποια τρίτη επανάσταση, μια εξέγερση που αρχικώς θα καταγγελθεί και κατόπιν θα υιοθετηθεί με την σειράν της. Ο συντηρητισμός είναι απλώς μία σκιά που ακολουθεί τον ριζοσπαστισμόν καθώς αυτός προχωρεί προς την καταστροφή. Ο συντηρητισμός παραμένει πάντοτε όπισθεν αυτού όμως ποτέ δεν τον καθυστερεί και προχωρεί πάντοτε εγγύς του καθοδηγούντος ριζοσπαστισμού».
Κατ’ αντιστοιχίαν με φρικώδη ομοιότητα, στον σύγχρονο Δυτικόν κόσμον, ήτοι Ευρώπη και Αμερική, η πολιτική ηγεμονία της Αριστεράς εβασίσθη και βασίζεται κατά πολύ στην πνευματικήν ηγεμονία των φερομένων και διαδεδομένων ως «αριστερών» ιδεών της ελευθερίας, της ισότητος και της προόδου. Η σημερινή φιλελευθέρα ή φιλελευθεριάζουσα ψευδο-Δεξιά συμμερίζεται την θεμελιώδη κοσμοθεωρίαν της Αριστεράς, αλλ’ όχι την σαφήνεια του οράματός της, την μοναδικότητα του σκοπού και τον ηθικόν ιδεαλισμόν της. Οι φερ΄ειπείν Δεξιοί είναι ουσιαστικώς απλώς χλιαροί ή καθυστερημένοι Αριστεροί, σαφώς υστερούντες εν σχέσει με τους ευφυεστέρους συμμαθητές τους στο σχολείον της πολιτικής. Συνεπώς οι ανώτεροί τους Αριστεροί στο τέλος πάντα τους «καταφέρνουν». Σε κάθε μάχη μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς, η Αριστερά ημπορεί να βασισθεί αφόβως σε μία πέμπτη φάλαγγα ενυπάρχουσα μέσα στον κάθε Δεξιό, ήτοι στις ιδικές του βαθύτερες ηθικές πεποιθήσεις. Αν εκκινήσει κανείς με αριστερές υποθέσεις αργότερον ή ταχύτερον θα συναγάγει αριστερά συμπεράσματα και θα τα θέσει σε εφαρμογήν.
Βεβαίως η πολιτική δεν ημπορεί να συλληφθεί απλώς ως ένα θέμα πνευματικής επιρροής και πειθούς. Δεν πρόκειται μόνον για μιαν αλλαγήν νοοτροπίας, αλλά για μιαν αλλαγήν του κόσμου. Οπότε αυτό απαιτεί οργανωμένη, συντονισμένη και σκόπιμον δράση. Επομένως η πολιτική εγγενώς αφορά επίσης στους φορείς του δημοσίου ελέγχου, στις αλύσους της διοικήσεως, στους ηγέτες και στους οπαδούς.
Και πάλιν θα αναφερθώ εδώ σε έναν εθνικιστή εκείθεν του Ατλαντικού, τον προώρως απολεσθέντα φιλόσοφο, ακτιβιστή και δημοσιογράφο, Σάμιουελ Τοντ Φράνσις ο οποίος εξήγησε την «αριστερά στροφή της συγχρόνου πολιτικής» με όρους που αφορούν την ηγεσία. Στην Αριστερά η ηγεσία της ευρίσκεται πάντοτε στα αριστερά του εκλογικού σώματος, το οποίον και καθοδηγεί σε ολοέν και ριζοσπαστικότερες θέσεις. Αλλ’ όμως και στην Δεξιά η ηγεσία ευρίσκεται επίσης προς τα αριστερά του εκλογικού σώματος. Συνεπώς, ευλόγως η πολιτική κινείται σταθερώς προς την Αριστερά, επειδή η ριζοσπαστική πρωτοπορία αυτής επεκτείνει την επιρροή της σε ολόκληρο το πολιτικόν φάσμα και το σύρει οπίσω της.
Θα ημπορούσε κανείς να παραστήσει το ανωτέρω δρώμενο με το φυσικόν ανάλογον ενός σιδηροδρομικού συρμού στον οποίον τα σιδηροδρομικά οχήματα ευλόγως ακολουθούν την μηχανή. Τα οχήματα της Αριστεράς ευρίσκονται στο εμπρόσθιον μέρος του συρμού ενώ τα Δεξιά στο οπίσθιον, επομένως φθάνουν στον προορισμόν αργότερον αλλά εν ουδεμία περιπτώσει διαθέτουν ανεξάρτητον πορείαν ή κινητήριον δύναμη. Υπάρχει μόνον ένας κινητήρ και οι εκεί ευρισκόμενοι άνθρωποι καθορίζουν την κατεύθυνση του συρμού. Οι υπεύθυνοι επόπτες για τα διάφορα βαγόνια συνήθως φέρουν στολές και συμπεριφέρονται με ένα ύφος εξουσίας. Αλλά ουσιαστικώς είναι ταξιθέτες και ελεγκτές εισιτηρίων, μαζί με τους υπολοίπους εξ ημών, σε μία έξωθεν καθοριζομένη κίνηση.
Πώς έχει όμως αποκτήσει τέτοια δύναμη η Αριστερά; Ημπορεί αυτή η δύναμη να επιτευχθεί από την Δεξιά και να χρησιμοποιηθεί αντιστρόφως; Οι απαντήσεις ευρίσκονται στην Παραδοσιακήν σχολήν φιλοσοφίας και σκέψεως των Ρενέ Γκενόν και Τζούλιους Έβολα. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η τεχνολογία, η επιστήμη και η ιατρική ειδικότερον σημειώνουν λίαν αξιοσημείωτες προόδους. Αλλά από την σκοπιάν των Εθνικιστών (Ευρωπαίων και Αμερικανών) όλα χειροτερεύουν πολιτικώς, πολιτισμικώς και φυλετικώς. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίον πάμπολλοι Εθνικιστές ελκύονται από την Παραδοσιοκρατία. Αυτή εξηγεί τα σύγχρονα γεγονότα με όρους του Μύθου, δεχομένη ότι η Ιστορία κινείται κυκλικώς, εκκινούσα από μίαν Χρυσήν Εποχήν και εν συνεχεία φθίνουσα κατά την διάρκειαν της Αργυράς, της Χαλκής και της Σιδηράς Εποχής, έως ότου και πάλιν ανατέλλει μία νέα Χρυσή Εποχή.
Όμως ο Γκενόν κια ο Έβολα δεν εθεώρησαν την ιστορικήν παρακμήν ως μιαν ασώματο δύναμη. Επίστευαν ότι αυτή παρήχθη από συγκεκριμένες, ενσαρκωμένες-ενσωματωμένες ομάδες ιστορικών παραγόντων. Παρά το ότι η ανθρωπίνη δράση ενέχει μείζονα ρόλο στην Ιστορία, ωστόσον οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι ιστορικοί παράγοντες. Είναι τα αντικείμενα και όχι τα υποκείμενα της Ιστορίας. Ο ιστορικός οργανισμός είναι κτήμα μικροσκοπικών αρχουσών καθοδηγητικών τάξεων, άλλως «πρωτοπορέιών», οι οποίες επεκτείνουν τις γραμμές επιρροής και ελέγχου τους σε ολόκληρον τον πολιτισμό, σύρουσες αυτον ολοέν και βαθύτερον στην παρακμή. Η συντριπτική πλειονότης της ανθρωπότητος αποτελεί απλώς ένα σύμφυρμα συνοδοιπόρων σε έναν φευγαλέον ιστορικόν περίπατον.
Ο Γκενόν και ο Έβολα συζητούν περί αυτών των ιστορικών πρωτοπορειών υπό τον όρον του «αποκρύφου πολέμου». Είναι «απόκρυφος» απλώς με την έννοιαν του «κεκρυμμένου». Συμφώνως προς τους λόγους του Έβολα, στο πόνημά του «Άνθρωποι και Ερείπια», πρόκειται για «μία μάχη διεξαγωμένη ανεπαισθήτως από τις δυνάμεις της παγκοσμίου ανατροπής, με μέσα και υπό συνθήκες που αγνοούνται από την τρέχουσα ιστοριογραφίαν» δηλαδή δεν πρόκειται για μίαν ομίχλην αφηρημένων φιλοσοφικών ή κοινωνιολογικών εννοιών, αλλά μάλλον πρέπει να θεωρηθεί ως μία «παρασκηνιακή» διάσταση, όπου λειτουργούν συγκεκριμένες «ευφυΐες». Ο Έβολα προσθέτει την δυσοίωνο διαπίστωση ότι, αυτές οι απόκρυφες δυνάμεις «δεν ημπορούν να αναχθούν σε αυτό που είναι απλώς ανθρώπινο». Βεβαίως ο απόκρυφος πόλεμος δεν συνδέεται απαραιτήτως με τον αποκρυφισμόν υπό την συνήθη έννοιαν της λέξεως δηλαδή με τον μυστικισμόν και την μαγεία, παρά το ότι και οι δύο αυτές προσεγγίσεις αλληλεπικαλύπτονται ισχυρώς σε ομάδες όπως οι Ελευθεροτέκτονες.
Πώς λοιπόν ο απόκρυφος πόλεμος προξενεί την πολιτική και ιστορικήν αλλαγή; Συμφώνως προς τον Έβολα, στο προαναφερθέν βιβλίο του: «Οι βαθύτερες αιτίες της Ιστορίας λειτουργούν κατά κύριον λόγον μέσω αυτών των στοιχείων που ημπορούν να ονομασθούν αστάθμητοι παράγοντες, για να χρησιμοποιήσω μιαν εικόνα δανεική από την Φυσικήν επιστήμη. Αυτοί οι παράγοντες είναι αιτίες υπεύθυνες για σχεδόν μη ανιχνεύσιμες ιδεολογικές, κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές, οι οποίες εν τέλει παράγουν αξιοσημείωτα αποτελέσματα : Είναι ωσάν τις πρώτες ρωγμές σε ένα στρώμα χιόνος οι οποίες εν τέλει παράγουν μία χιονοστιβάδα. Αυτές οι αιτίες σχεδόν ποτέ δεν δρουν με άμεσον τρόπο, αλλά, αντ’ αυτού, δίδουν σε κάποιαν ήδη υπάρχουσα διαδικασία μίαν επαρκή ώθηση οδηγούσα στον καθορισμένο στόχο».
Συνεπώς, όπως το περιγράφει ο Έβολα, ο απόκρυφος πόλεμος είναι ουσιαστικώς πανομοιότυπος με την Μεταπολιτικήν. Υπενθυμίζεται εδώ πως η Μεταπολιτική ασχολείται με τις υποκείμενες αιτίες και τις συνθήκες της πολιτικής αλλαγής. Επίσης η Μεταπολιτική λειτουργεί σε δύο επίπεδα, διανοητικόν και οργανωτικόν. Οι Μεταπολιτικές ιδέες περιλαμβάνουν εκτεταμένα ηθικά συστήματα, θρησκείες, συλλογικές ταυτότητες (φυλετικές και εθνικές) καθώς και υποθέσεις περί του τι είναι πολιτικώς δυνατό. Οι μεταπολιτικοί οργανισμοί διαδίδουν μεταπολιτκές ιδέες, γεφυρώνοντες το χάσμα μεταξύ θεωρίας και πράξεως. Παραδείγματα μεταπολιτικών κινημάτων περιλαμβάνουν την Ευρωπαϊκή και την Βορειοαμερικανική Νέα Δεξιά, την λειτουργία και τις δράσεις των οποίων οφείλουμε να μελετήσουμε επισταμένως.
Εξόχως μικρές μεταπολιτικές αλλαγές δύνανται να οδηγήσουν με την πάροδον του χρόνου σε πράγματι τεραστίους πολιτικούς μετασχηματισμούς. Επί παραδείγματι, οι αξίες οι οποίες διετυπώθησαν στην Επί του Όρους Ομιλία ανέτρεψαν τελικώς ολόκληρον τον αρχαίον κόσμον. Αλλά, δεδομένου ότι τα μεταπολιτικά αίτια συχνότατα είναι απομεμακρυσμένα από τα πολιτικά τους αποτελέσματα και δεδομένου ότι αυτά τα μεταπολιτικά αίτια συχνάκις είναι αφηρημένες και εσωτερικές ιδέες στις οποίες μόνον ολίγοι εγκύπτουν, η Μεταπολιτική είναι γενικώς αόρατος στους περισσοτέρους ανθρώπους, καθώς αυτοί εστιάζουν μόνο στο άμεσο και στο συγκεκριμένο. Επομένως, η Μεταπολιτική είναι «απόκρυφος» με την κυριολεκτικήν έννοιαν της λέξεως, δηλαδή «αποκεκρυμένη». Όμως συχνάκις αποκρύπτεται σε κοινή θέα και δεν χρειάζεται να ληφθούν ιδιαίτερες προφυλάξεις ώστε να κρυφθεί από τα φώτα της δημοσιότητος.
Η έννοια του αποκρύφου πολέμου αποτελεί συνεισφορά της Παραδοσιοκρατίας στο αντικείμενον αυτό το οποίον χλευάζεται γενικώς ως «θεωρίες συνωμοσίας», συμπεριλαμβανομένων τόσον της Ιστορίας, όσο και των ποικίλων εικασιών σχετικώς με τις «μυστικές εταιρείες». Αυτό το πεδίον είναι ένα πράγματι ψυχοπνευματικώς επικίνδυνο έδαφος.
Κατά την πενηκονταετή περίπου μεταπολιτευτικήν πορείαν του ελληνικού εθνικιστικού κινήματος δεν υπήρξεν ούτε μία ημέρα κατά την οποίαν οι συντροφίες των Εθνικιστών δεν «εσυνωμότησαν» ώστε να προωθηθεί το συγκρότημα των εθνικιστικών ιδεών. Ταυτοχρόνως δεν παρήλθεν κατ’ αυτό το διάστημα ούτε ημέρα κατά την οποίαν οι καθεστωτικοί εχθροί του Εθνικισμού εσταμάτησαν να συνωμοτούν για την παντοιοτρόπως προώθηση των προγραμμάτων τους. Ωστόσον, όταν θίγουμε το ζήτημα της συνωμοσίας οι περισσότεροι άνθρωποι είναι πλέον προγραμματισμένοι-εκπαιδευμένοι να κλείνουν αυτομάτως τα ώτα και τους οφθαλμούς τους. Αυτό το πράττουν διότι τους λέγεται διαρκώς και επιμόνως πως έτσι πράττουν οι ευφυείς άνθρωποι. Επίσης πολλοί εξ αυτών έχουν άμεσον θλιβεράν εμπειρία από παράλογες θεωρίες και κηρύγματα συνωμοσίας που προωθούνται από διαπρυσίους, εμμονικούς και επιθετικούς φρενοβλαβείς άλλοτε με σκοπό την αυτοπροβολή και άλλοτε με σκοπό το κέρδος. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πλειονότης των θεωριών συνωμοσίας είναι εκκεντρική και ψευδής, πολλές δε εξ αυτών είναι συνάμα και γελοίες. Αλλά υπάρχει άραγε καλύτερος τρόπος για να αποκρύψουμε πραγματικές συνωμοσίες από μία σοβαρά και νηφάλιο έρευνα, από την διάδοση θεωριών συνωμοσίας ικανών να μολύνουν κάθε συζήτηση περί συνωμοσίας με ένα άρωμα παρανοίας;
Ωστόσον ο βαρόνος Έβολα κατά δήλωσή του υπήρξεν «προσεκτικός ώστε να αποτρέψει τις έγκυρες γνώσεις να μεταπέσουν σε δημιουργία φαντασιώσεων και δεισιδαιμονιών», συμπεριλαμβανομένης και της παρανοϊκής τάσεως «να βλέπει παντού και με κάθε κόστος ένα απόκρυφο υπόβαθρό». Έτσι αντιμετώπισε όλες τις υποθέσεις σχετικώς με τον απόκρυφον πόλεμον ως απλές «υποθέσεις εργασίας» διατυπούμενες για την ενοποίηση και την κατά το δυνατόν εξήγηση εμπειρικών δεδομένων.
Ισχυρίζετο εμφατικώς πως όταν ένα φαινόμενο δεν ημπορεί να εξηγηθεί πλήρως από γνωστές αιτίες δύναται κανείς να συμπεράνει ότι υπάρχουν όντως άγνωστες εκλυτικές του αιτίες και συνάμα να προβεί σε εικασίες γύρω από την φύση τους.