«Η κρίση του συγχρόνου κόσμου» [ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ Ι’]
Μέρος 10
Στο βιβλίον του «Η κρίση του συγχρόνου κόσμου» («La crise du monde moderne», 1927) ο πολύς Γκενόν επισημαίνει εμφατικώς πως το γεγονός ότι ημπορούμε να ομιλούμε για κρίση του συγχρόνου κόσμου, (χρησιμοποιούντες την λέξη «κρίση» όπως αυτή είναι κοινώς παραδεκτή), είναι ένα δεδομένον περί του οποίου πολλοί ήδη δεν αμφιβάλλουν και, ως προς αυτό τουλάχιστον, επήλθεν μια αρκούντως αισθητή αλλαγή : Υπό την επίδραση των γεγονότων, ορισμένες αυταπάτες αρχίζουν να διαλύονται και δεν ημπορούμε, από πλευράς μας, παρά να ικανοποιηθούμε εξ αυτού, να χαρούμε διότι εδώ εν τέλει υπάρχει ένα αρκούντως ευοίωνον σύμπτωμα, η ένδειξη πώς η σύγχρονη νοοτροπία έχει την δυνατότητα να ανανήψει, κάτι το οποίον φαντάζει ωσάν αμυδρά λάμψη εντός του συγχρόνου χάους. Συνεπώς η πίστη σε μιαν απεριόριστον «πρόοδον», την οποίαν μέχρις προσφάτως εθεώρουν ωσάν άθικτον και αδιαφιλονίκητον δόγμα, δεν είναι πλέον τόσον γενικώς παραδεκτή. Μάλιστα ορισμένοι διαβλέπουν grosso modo, ότι ο Δυτικός πολιτισμός αντί να εξακολουθεί αναπτυσσόμενος πάντοτε προς την αυτήν κατεύθυνση, θα ημπορούσε μιαν ημέρα να σταματήσει ή και να καταποντισθεί εντελώς σε έναν κατακλυσμόν.
Γράφει ο μύστης «Ο σύγχρονος κόσμος υφίσταται κρίση, αυτό που συνήθως εννείται είναι ότι έφθασεν σε ένα κρίσιμον σημείον, ή, άλλως, ότι επίκειται μια μεταμόρφωση ολίγον ή πολύ βαθεία, ότι οφείλει αναποφεύκτως να συμβεί λίαν συντόμως μια αλλαγή προσανατολισμού, εκουσία ή ακουσία, με έναν τρόπον ολίγον ή πολύ απότομον, με ή δίχως καταστροφή. Όμως, εντός της ιδίας της λέξεως “κρίση” περιέχονται και άλλες σημασίες, οι οποίες την καθιστούν καταλληλοτέρα για να εκφράσει αυτό που θέλουμε να ειπούμε. Η φάση που ημπορεί να χαρακτηρισθεί αληθώς κρίσιμη, για την οποιανδήποτε τάξη πραγμάτων, είναι αυτή που καταλήγει αμέσως σε μιαν λύση ευνοϊκήν ή δυσμενή, αυτή στην οποίαν παρεμβάλλεται κατά την μίαν ή την άλλην φορά μια απόφαση. Τότε δυνάμεθα να κρίνουμε τα εξαχθέντα συμπεράσματα, να ζυγίσουμε τα υπέρ ή τα κατά, επιχειρούντες ένα είδος ταξινομήσεως αυτών των συμπερασμάτων σε θετικά και αρνητικά, οπότε έτσι να ιδούμε από ποίαν πλευρά γέρνει οριστικώς η πλάστιγξ. Φαίνεται ότι πλησιάζουμε πράγματι στο τέλος του κόσμου, δηλαδή στο τέλος μιας εποχής ή ενός ιστορικού κύκλου. Έχουμε ήδη πολλά τέτοια προηγούμενα στο παρελθόν και αναμφιβόλως θα υπάρξουν και άλλα επιπλέον, αναλόγως εάν τερματίζουν περιόδους ολιγότερον ή περισσότερον εκτεταμένες και αφορούν είτε στο σύνολον της επιγείου ανθρωπότητος, είτε μόνον στο εν ή στο άλλον από τα μέρη της, μιαν φυλήν ή έναν ορισμένον λαόν.»
Στο τελευταίον κεφάλαιον του βιβλίου συζητεί περαιτέρω περί των αντιστασιακών ρευμάτων της Χρυσής Εποχής που αντιπαλεύουν τα κυρίαρχα σήμερον αποδομητικά και παρακμιακά ρεύματα της Σκοτεινής Εποχής. Ισχυρίζεται σαφώς ότι όλες οι πραγματικότητες αποτελούνται από αντίθετες δυνάμεις, ευρισκόμενες σε ισορροπία: «Ο σύγχρονος κόσμος θα έπαυεν αμέσως να υπάρχει εάν οι άνθρωποι αντελαμβάνοντο τι πραγματικώς είναι, αφού η ύπαρξή του, όπως αυτή της αγνοίας και πάντων των περιορισμών που συνεπάγεται, είναι καθαρώς αρνητική: Εξάγεται και εκλύεται μόνον μέσω της αρνήσεως της Αληθείας, παραδοσιακής και υπερανθρωπίνης».
Μία τέτοια βαθεία και εκτεταμένη αλήθεια δεν ημπορεί να γίνει κατανοητή από την συντριπτικήν πλειοψηφίαν των ανθρώπων, όμως αυτό δεν είναι απαραίτητον, εφ΄όσον «θα ήρκει εάν υπήρχαν κάποιοι αριθμητικώς ολίγοι αλλά ισχυρώς εδραιωμένοι εκλεκτοί ώστε να καθοδηγούν τις μάζες οι οποίες θα υπήκουον στις υποδείξεις τους, χωρίς να υποπτεύονται την ύπαρξή τους ή δίχως να έχουν ιδέαν των μέσων της δράσεώς τους…». Σαφώς, αυτοί οι εκλεκτοί πρέπει να ενεργούν, τουλάχιστον εν μέρει, μέσω της προσομοιώσεως, όπως πράττουν και οι μεμυημένοι της Αντιπαραδόσεως.
Ο Γκενόν συζητεί πώς μία τέτοια ομάς εκλεκτών παραδοσιοκρατών θα ημπορούσε να λειτουργήσει ώστε να τερματίσει την Κάλι Γιούγκα ! Πρώτον τονίζει ότι δεν ημπορεί να υπάρξει καμία απόλυτος ασυνέχεια μεταξύ της Κάλι Γιούγκα και της επερχομένης Χρυσής Εποχής, πράγμα που σημαίνει ότι συνυπάρχουν εντός του ιδίου αιτιολογικού συνδέσμου, έτσι ώστε αυτά που πράττουμε τώρα επηρεάζουν την Χρυσήν Εποχή που θα έλθει.
Μία ομάς εκλεκτών παραδοσιοκρατών έχουσα την γνώση και την δύναμη να τερματίσει την Κάλι Γιούγκα, «θα ημπορούσε να προετοιμάσει την αλλαγήν έτσι ώστε να πραγματοποιηθεί με τις ευνοϊκότερες δυνατές συνθήκες και οι διαταραχές που αναποφεύκτως πρέπει να την συνοδεύουν να μειωθούν στο ελάχιστο…». Αλλά, ακόμη και αν αυτό απεδεικνύετο αδύνατον, οι εκλεκτοί παραδοσιοκράτες θα ημπορούσαν να εκτελέσουν «ένα ακόμη σημαντικότερο καθήκον, να βοηθούν στην διατήρηση των στοιχείων που πρέπει να επιβιώσουν από τον παρόντα κόσμον, ώστε να χρησιμοποιηθούν στην δημιουργία αυτού ο οποίος θα ακολουθήσει».
Στην πορείαν ο Γκενόν εξαπολύει μία βόμβα υπό μορφήν ερωτήσεως: «Είναι ακόμα δυνατόν να εγκατασταθούν αποτελεσματικώς αυτοί οι εκλεκτοί στην Δύση;» υπονοών προφανώς ότι εκλεκτοί δεν υπάρχουν στην Δύση. Συνεχίζει ωστόσον, επεξηγών ότι τέτοιες παραδοσιοκρατικές ελίτ εξακολουθούν να υπάρχουν στην Ανατολήν, προστατεύουσες την «κιβωτόν» της Παραδόσεως. Επίσης εικάζει ότι θα ημπορούσε να ανασυσταθεί μία ομάς εκλεκτών της Δύσεως, είτε με την ανεύρεση και αναβίωση ενός ζωντανού υπολείμματος της Παραδόσεως στην Δύση, κάτι το οποίον ο Γκενόν θεωρεί απίθανον, είτε με το να καταστούν οι Δυτικοί μεμυημένοι των Ανατολικών διδασκάλων.
Την τελευταία ατραπό ηκολούθησεν επί παραδείγματι η Σαβίτρι Ντέβι, πιθανότατα υπό την επιρροήν του Γκενόν: «Ασπάσθηκα τον Ινδουισμόν διότι ήταν η μόνη θρησκεία στον κόσμο που είναι συμβατή με τον Εθνικοσοσιαλισμόν. Και το όνειρο της ζωής μου είναι να ενσωματώσω τον χιτλερισμό στην παλαιά Αρία παράδοση, ώστε να δείξω ότι είναι πραγματικώς μία αναβίωση της αρχικής Παραδόσεως. Δεν είναι ινδική, δεν είναι ευρωπαϊκή, αλλά ινδοευρωπαϊκή. Προέρχεται από εκείνες τις ημέρες που οι ΄Αριοι ήσαν ένας λαός εγγύς του Βορείου Πόλου. Η Υπερβορεία παράδοση».
Δεν γνωρίζουμε ακριβώς αν ενεφανίσθη όντως ένας εκλεκτός παραδοσιοκράτης στην Δύση από το 1927 (όταν ο Γκενόν εδημοσίευσε την «Κρίση του Συγχρόνου Κόσμου» και ένθεν) αλλά εάν ο Γκενόν έχει δίκαιον δυνάμεθα να είμεθα βέβαιοι ότι οι ανατολικοί διδάσκαλοι, ωσάν μία σκιώδης οργάνωση, διεξάγουν τον απόκρυφον πόλεμον προς χάρη μας, διότι άλλως η Σκοτεινή Εποχή (η οποία δεν είναι χάος αλλά ένα είδος «αρνητικής τάξεως») θα είχε δώσει την θέση της στο πλήρες καθαυτό χάος από πολλού καιρού !
Δεν υπάρχει μια εκτεταμένη, μυστική συνωμοσία της .. «μισανθρώπου» άκρας δεξιάς, παρά τις περί του αντιθέτου βλακώδεις φλυαρίες και συνωμοσιολογίες διαφόρων εμμονοϊδεακών της Αριστεράς και των καθεστωτικών Φιλελευθέρων, σε ολόκληρον τον κόσμο. Θα έπρεπε ίσως να έχει υπάρξει, διότι τότε η πολιτικοκοινωνική κατάσταση πιθανώς θα ήταν καλυτέρα, ως πλέον ισόρροπος. Είναι βέβαιον ότι κάποιοι άνθρωποι τοποθετούμενοι στον ευρύτερον εθνικιστικόν χώρο έχουν ήδη σκεφθεί : «Ας συγκροτήσουμε μιαν ιδική μας παραδοσιακή μυστική εταιρεία, ώστε να διεξάγουμε τον απόκρυφον πόλεμο εναντίον του συγχρόνου κόσμου! Ό,τι καταπίπτει πρέπει επίσης να εξωθηθεί περεταίρω !». Οι μυστικές εταιρείες αποτελούν θεμελιώδη στοιχεία της πολιτικής φαντασίας, οπότε δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι τέτοιες ιδέες επαναλαμβάνονται συχνότατα στους εθνικιστικούς κύκλους.
Ωστόσον εκτιμάται ότι η δημιουργία μυστικών εταιρειών τέτοιου τύπου θα ήταν ένας περιττός και άκαιρος αντιπερισπασμός στην πολιτική πάλη των Εθνικιστών για διαφόρους λόγους :
Πρώτον, εάν ο Γκενόν έχει δίκαιον, υφίσταται ήδη μία τέτοια μυστική τάξη. Βεβαίως δε χρησιμοποιούν … ταχυδρομικήν θυρίδα ή σελίδες στα μέσα κοινωνικής δικτυώσεως. Δεν ημπορείτε να συμμετάσχετε σε αυτήν αποστέλλοντες μία συνδρομητικήν επιταγή. Πρέπει οι άνθρωποι αυτής της μυστικής τάξεως να έλθουν σε εσάς. Συνεπώς, το μόνον που ημπορείτε να πράξετε είναι να επικεντρώσετε την προσπάθειά σας, ώστε να καταστείτε άξιοι επιλογής από μίαν τέτοια ελίτ. Εάν πράγματι υπάρχει μία τέτοια εταιρεία, κάλλιστα ημπορεί να σας ζητηθεί να συμμετάσχετε. Και εάν οι διδάσκαλοι Έβολα και Γκενόν σας κατηύθυναν, καθιστώντες σας αξίους μίας τέτοιας ελίτ, εν τέλει αυτό είναι το σημαντικότερον.
Δεύτερον, έχουν ακουσθεί πάμπολλα γύρω από πολλές μυστικές εταιρείες, πράγμα που σημαίνει ότι … δεν παρέμειναν μυστικές. Μόλις δε καταστεί γνωστή η ύπαρξη μιας τέτοιας ομάδος δεν είναι δυνατόν παρά να προσθέσει περεταίρω βάρος σε ένα από τα μείζονα προβλήματα της «υποκουλτούρας» των Εθνικιστών : Την εγγενή έλλειψη εμπιστοσύνης, συμπεριλαμβανομένης έως και της απολύτου παρανοίας.
Αυτό το περιρρέον κλίμα εκμεταλλεύονται αριστοτεχνικώς και το επιδεινώνουν ακρότατα οι εχθροί μας, όμως δεν είναι η μοναδική αιτία των διαφόρων παρανοειδών συμπεριφορών. Στην πατρίδα μας, μεταπολιτευτικώς αλλά και γενικότερον στην Ευρώπη μεταπολεμικώς φαίνεται ότι οι Εθνικιστές διακατέχονται από μιαν έντονον έμφυτον προδιάθεση διωκτικών φαντασιώσεων παρανοειδούς τύπου, πέραν βεβαίως της πραγματικής διαβρωτικής και διωκτικής δράσεως των διαφόρων καθεστωτικών μυστικών υπηρεσιών. Βεβαίως και ο εθνοκεντρισμός όπως τα περισσότερα των ψυχονοητικών χαρακτηριστικών τείνει να εμφανίζει μίαν κατανομή τύπου «καμπύλης κώδωνος».
Είναι συνεπώς λογικόν ότι οι Εθνικιστές θα τείνουν να είναι εθνοκεντρικότεροι από τον μέσον όρον των πολιτών, πράγμα το οποίον οι περισσότεροι εξ ημών δύνανται να το επιβεβαιώσουν εμπειρικώς. Ωστόσον, ο υψηλός εθνοκεντρισμός φαίνεται ότι συσχετίζεται ατυχώς και με αδυναμίαν εμπιστοσύνης προς τους ομοεθνείς ομοϊδεάτες.
Υπάρχει μια απλή εξήγηση για αυτό : Με τους ομοεθνείς μας, ο χαμηλός εθνοκεντρισμός αποτελεί τον κανόνα, οπότε όταν ένας ομεθνής εκδηλώνει υψηλόν εθνοκεντρισμόν, πιθανότατα θα συναντήσει την απόρριψη, την περιφρόνηση ή την κατηγορίαν από τους άλλους ομοεθνείς, πράγμα που θα τείνει να τον αποξενώσει από τον λαό. (Χαρακτηριστικός για τους Iσραηλινούς είναι κανών ο υψηλός εθνοκεντρισμός. Έτσι όταν ένας Ισραηλινός ενεργεί εθνοκεντρικώς, οι λοιποί ομοεθνείς του πιθανότατα το εγκρίνουν, πράγμα το οποίον ενισχύει τόσον τον εθνοκεντρισμό τους όσο και την αίσθηση του ανήκειν στην ισραηλινή κοινότητα).
Όμως η ικανότης επιδείξεως εμπιστοσύνης προς τους ξένους (η οποία εμπεριέχει την προθυμίαν αναλήψεως κάποιου ποσού κινδύνου) αποτελεί μίαν από τις προϋποθέσεις αναδύσεως και συγκροτήσεως συμπλόκων κοινωνικών θεσμίων μεγάλης κλίμακος. Άλλως θα ήταν κανείς ικανός να συνεργάζεται μόνον με έναν μικρόν αριθμόν προσώπων τα οποία γνωρίζει. Καθώς όμως οι ομοεθνείς μας με υψηλόν εθνοκεντρισμόν τείνουν να μην εμπιστεύονται τους ομοεθνείς μας, αυτό τους καθιστά ολίγον μόνον ικανούς για την συγκρότηση αποτελεσματικών οργανώσεων και κινημάτων. Ο εχθρός προφανώς κατανοεί το δρώμενον αυτό, οπότε κάνει ό,τι ημπορεί ώστε να πολλαπλασιάσει τις διαφωνίες και τις παρανοειδείς συμπεριφορές του εθνικιστικού χώρου. Άρα η συζήτηση περί μυστικών εταιρειών απλώς προσθέτει καχυποψίες και μνησικακίες σε μιαν ήδη δηλητηριασμένην ατμόσφαιρα.
Τρίτον, πέραν της οιασδήποτε προφυλάξεως η Ιστορία αποδεικνύει ότι οι μυστικές εταιρείες δύνανται να υπονομευθούν και να ανατραπούν. Όλες οι ιεραρχικές οργανώσεις είναι ευάλωτες στην ανατροπή τους από την κορυφήν, κάτι που επιτρέπει σε ολίγους καλώς τοποθετημένους συνωμότες να οδηγήσουν έναν τεράστιον αριθμό ανθρώπων να εργασθούν με την καλοπιστίαν τους, προωθούντες όμως κακούς σκοπούς. Αυτό ισχύει ιδιαιτέρως για τις μυστικές εταιρείες στις οποίες τα μέλη συχνάκις δεν γνωρίζουν καν την αληθή ταυτότητα των ηγετών τους, πολύ δε ολιγότερον την αληθινή πίστη και το πρόγραμμά τους.
Επιπλέον αν και οι μυστικές εταιρείες ημπορεί να υπονομευθούν δυσκόλως, η ιδία η μυστικότης που τις προστατεύει τις καθιστά στόχους υψηλής αξίας προς υπονόμευση. Ορισμένες φορές ο κάλλιστος τρόπος για να προστατευθούν τα μυστικά είναι να μη διενεργείται μία υπέροχος επιτηδευμένη επίδειξη με την απόκρυψή τους, ώστε εν τέλει να μη προσελκύονται τα αδιάκριτα βλέμματα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον οι μυστικές εταιρείες αρνούνται ότι είναι μυστικές. (Μία τυπική στάση των Ελευθεροτεκτόνων όταν ερωτώνται για την προφύλαξη των ονομάτων μελών είναι πως ισχυρίζονται ότι είναι απλώς «διακριτικοί»).
Επομένως, εάν κάποιος θέλει να κρατήσει μυστικήν την ταυτότητά του και την συμμετοχήν του στον Εθνικισμόν δεν πρέπει να γίνει ποτέ μέλος μιας μυστικής εταιρείας. Διότι υπάρχουν πάμπολλες πιθανότητες πως ο εχθρός έχει ήδη εισχωρήσει σε αυτήν από πολλού καιρού. Οι «ανοικτές συνωμοσίες» δεν ενέχουν τέτοιους κινδύνους και δεν δύνανται να ανατραπούν ευκόλως.
Τέταρτον, παρά το ότι οι άνθρωποι συνήθως ημπορούν να επιτύχουν πολλά περισσότερα πράγματα συνεργαζόμενοι αντί να προχωρούν μόνοι, ένας αριθμός Εθνικιστών υψηλότερος από τον μέσο όρο των ανθρώπων του εθνικιστικού χώρου, ιδιαιτέρως οι πλέον πρωτότυποι στοχαστές και αφοσιωμένοι αγωνιστές, δεν είναι άνδρες της οργανώσεως αλλά άνθρωποι οι οποίοι επιτυγχάνουν περισσότερα, δρώντες μόνοι ή σε άτυπα μη ιεραρχικά δίκτυα, αντί σε δομημένους ιεραρχικούς οργανισμούς.
Αυτοί οι άνθρωποι ευλόγως τείνουν εκ χαρακτήρος να ανθίστανται κατά της αντισυντροφικής φιλαυτίας, κατά των κομματικών «κλικών» κατά της προσωπικής μεροληψίας και των μυστικών συμφωνιών δηλαδή εναντίον όλων εκείνων των παρενεργειών που αφορούν στις ιεραρχημένες ομάδες, μάλιστα δε και σε εκείνες που είναι όντως αφοσιωμένες στους υψηλοτέρους στόχους. Οι δομημένοι οργανισμοί εκ της φύσεώς τους γεννούν διαπροσωπικά δράματα, τα οποία περιφρονούν οι ατομικιστικοί ανθρώπινοι τύποι. Μερικές φορές ο ταχύτερος τρόπος καταστροφής της συνεργασίας μεταξύ μιας ομάδος Εθνικιστών είναι να τους προταθεί να συμφωνήσουν σε κάτι απλούστατο όσον ένα όνομα.
Εφ΄όσον απαιτείται να κινητοποιήσουμε κάθε είδος προσιτού ταλάντου των ανθρώπων μας, οφείλουμε να δώσουμε σε όλους τους (από τους πλέον διεκδικητικούς έως τους ηπιοτέρους ανθρωπίνους τύπους) την ελευθερία την οποίαν χρειάζονται ώστε να εργασθούν και να δημιουργήσουν επ’ ωφελεία του εθνικιστικού σκοπού. Τι θα ωφελούσε λοιπόν ένας οργανισμός-ελίτ του οποίου η δομή και το ήθος θα ήσαν ασύμβατα με τα προφίλ της προσωπικότητος πολλών από τους καλυτέρους ανθρώπους του Εθνικισμού;
Πρωτίστως ωφελεί να αποδεχθούμε το αναντίρρητον γεγονός ότι το σημερινό εθνικιστικό κίνημα θα ηδύνατο να λειτουργήσει ευχερέστερον και αποτελεσματικότερον …. ως ένα εσπερινό τεχνικό λύκειο παρά ως …. συλλαλητήριον της Χιτλερικής νεολαίας ή της ΕΟΝ.