«Προβληματισμός» της ΕΕ για τον αντιμεταναστευτικό ναυτικό αποκλεισμό
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν προτίθεται να αποκλείσει ως μερική λύση του μεταναστευτικού έναν ναυτικό αποκλεισμό για να εμποδίσει τους μετανάστες και τους πρόσφυγες να εγκαταλείψουν τις χώρες της Βόρειας Αφρικής, όπως η Τυνησία.
Την Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου όταν εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ρωτήθηκε εάν η Επιτροπή θα απέκλειε τέτοιες συνομιλίες, δήλωσε στους δημοσιογράφους : «Έχουμε εκφράσει την υποστήριξη για τη διερεύνηση αυτών των πιθανοτήτων». Κατόπιν η εκπρόσωπος αρνήθηκε να δημοσιοποιήσει λεπτομέρειες επί του θέματος.
Ωστόσο, τα σχόλιά της έρχονται μετά την ανάλογη αναφορά της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν το περασμένο Σαββατοκύριακο, στο ιταλικό νησί Λαμπεντούζα. Καθήμενη δίπλα στην ακροδεξιά πρωθυπουργό της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι, η πρόεδρος είπε : «Υποστηρίζω τη διερεύνηση επιλογών για την επέκταση των υφιστάμενων ναυτικών αποστολών στη Μεσόγειο ή την επεξεργασία για νέες αποστολές».
Η κυρία Μελόνι πιέζει για διενέργεια ναυτικού αποκλεισμού εκ μέρους της ΕΕ ως μέρος μιας εκστρατείας για την επιστροφή των ανθρώπων που διασχίζουν με βάρκες και άλλα πλωτά μέσα τη Μεσόγειο Θάλασσα, κυρίως προς την Ιταλία, αλλά και προς την Ισπανία, και σε μικρότερο βαθμό, τη Μάλτα.
Οι νομικοί αμύντορες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και διάφοροι ακαδημαϊκοί έχουν αποδοκιμάσει σφοδρά τέτοια σχέδια, σημειώνοντας ότι οι αρχές είναι υποχρεωμένες να τηρούν το διεθνές δίκαιο για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ακόμη και όταν αναχαιτίζονται άνθρωποι στην ανοιχτή θάλασσα.
Αυτό ακολουθεί μιαν απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που το 2012 καταδίκασε την Ιταλία επειδή αναχαίτισε στη θάλασσα και στη συνέχεια επέστρεψε στη Λιβύη μιαν ομάδα 200 ατόμων. Όμως η πρωθυπουργός Μελόνι, καθισμένη στο πλευρό της προέδρου φον ντερ Λάιεν, επανέλαβε την έκκλησή της για ακόμη μια φορά, ισχυριζόμενη ότι προηγούμενες ναυτικές αποστολές της ΕΕ, όπως αυτή που ονομάζεται «Σοφία», λειτούργησαν ως ένα δέλεαρ για τους ανθρώπους να κινηθούν στις θάλασσες με ημιδιαλυμένα – δυσλειτουργικά πλωτά μέσα λόγω των βέβαιων διασώσεων που γνώριζαν πως θα ακολουθήσουν.
Η βασική ιδέα ενεργείας της επιχείρησης Σοφία υπό την ηγεσία της Ιταλίας ήταν ο εντοπισμός, η σύλληψη και η απόρριψη των σκαφών που χρησιμοποιούνταν από λαθρέμπορους ή διακινητές μεταναστών. Η επιχείρηση διέσωσε περίπου 45.000 ανθρώπους.
Ωστόσο, στο παρελθόν ο Επίτροπος Ζοζέπ Μπορέλ, ο επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, έχει απομυθοποιήσει την ιδέα που δημιούργησε η επιτυχία της επιχείρησης ως παράγοντας έλξης για τους ανθρώπους.Παρά το γεγονός ότι η αποστολή της ΕΕ διέσωσε δεκάδες χιλιάδες, υπήρξε δραματική μείωση στον αριθμό των διελεύσεων μεταναστών στη Μεσόγειο κατά τα έτη διανέργειας της επιχείρησης Σοφία από το 2015 έως το 2019.
Επίσης μελέτες έχουν δείξει ότι ο καιρός και η πολιτική αστάθεια, (για παράδειγμα στη Λιβύη), είναι μεταξύ των πρωταρχικών κινητήριων δυνάμεων για τις αναχωρήσεις, παρά η δραστηριότητα της ΕΕ.
Τα κράτη της ΕΕ αναστατώθηκαν με την ευρω-τυνησιακή συμφωνία
Επίσης ο Επίτροπος Μπορέλ φέρεται επίσης, (μαζί με ορισμένα κράτη μέλη), δυσαρεστημένος με τη συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τυνησίας στις 16 του παρελθόντος Ιουλίου.
Τότε το ευρω-τυνησιακό Μνημόνιο Συνεννόησης, μια μη δεσμευτική συμφωνία, είχε υποσχεθεί να εκταμιεύσει περίπου 105 εκατομμύρια ευρώ για την περαιτέρω ενίσχυση της συνοριακής ασφάλειας της Τυνησίας.
Ωστόσο, εμφανίζονται αναφορές, μεταξύ άλλων από την ιταλική εφημερίδα La Stampa και την βρετανική εφημερίδα Guardian, σχετικά με μιαν επιστολή που απέστειλε ο Μπορέλ στις 7 Σεπτεμβρίου στον Ούγγρο Όλιβερ Βαρχέλυ, τον Ευρωπαίο Επίτροπο για τις γειτονικές χώρες. Η επιστολή, που αναφέρεται και στα δύο αυτά μέσα ενημέρωσης, αναφέρει ότι ο Μπορέλ μέμφεται την Ευρωπαϊκή Επιτροπή πως επιδεικνύει διαδικαστικούς κανόνες σχετικά με τη συμφωνία της με την Τυνησία. Μάλιστα προσθέτει επίσης ότι η συμφωνία δεν μπορεί «να θεωρηθεί ως έγκυρο πρότυπο για μελλοντικές συμφωνίες».
Υπενθυμίζεται πως η συμφωνία ολοκληρώθηκε το καλοκαίρι και υπεγράφη στην Τύνιδα στις 16 Ιουλίου από τον Βαρχέλυ, μαζί με την κυρία Μελόνι, τον Ολλανδό πρωθυπουργό Μαρκ Ρούτε και την κυρία φον ντερ Λάιεν.
Ακόμη, η επιστολή ακολουθεί αναφορές άλλων γερμανικών μέσων ενημέρωσης τον Αύγουστο, για τουλάχιστον δώδεκα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, τα οποία παραπονέθηκαν ότι κατά κάποιο τρόπο «παραγκωνίστηκαν» ενόψει της υπογραφής του Μνημονίου Συνεννόησης.
Πιεζόμενη πολύπλευρα για το ζήτημα, η Ρουμανίδα αναπληρώτρια εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κυρία Ντάνα Σπινάντ, δήλωσε ότι για την σύνθεση, μορφοποίηση και υπογραφή του μνημονίου έχουν τηρηθεί ακριβώς όλα τα προβλεπόμενα διαδικαστικά βήματα και ότι το συμβούλιο, ως εκπρόσωπος των κρατών μελών που εκπροσωπεί τα κράτη μέλη, είχε ενημερωθεί εξ αρχής, από τον προηγούμενο Απρίλιο.
Ανέφερε δε : «Θέλουμε να είμαστε σε θέση να ανταποκρινόμαστε ταχύτερα σε μιαn εξελισσόμενη κατάσταση, όσο στενός κι αν είναι ο χρόνος. Πράγματι ο χρόνος μπορεί να είναι λίγο πιεστικός οπότε το χρονοδιάγραμμα μπορεί να είναι λίγο μικρότερο από ό,τι θα ήθελαν ίσως ορισμένα κράτη μέλη».
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΣΤΟΤΟΠΟ https://evrovouliwatch.eu